Στο 3ο Μέρος, ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ, ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, στη σελίδα 400, αναφέρει:
Στα μέσα Σεπτεμβρίου, οι παρασκηνιακές δραστηριότητες φάνηκε να έχουν καταλήξει σε κάποια συμφωνία για το σχήμα της «διαδόχου καταστάσεως» και τη διαδικασία πρακτικής προωθήσεως αυτού. Και στις 29 Σεπτεμβρίου εξαπολύθηκε από το Παρίσι η πρώτη «βόμβα» υπό μορφή δηλώσεων του Καραμανλή. Προτού εξετάσουμε το περιεχόμενο των δηλώσεων αυτών, η ιστορική αλήθεια επιβάλλει ν’αναγνωρίσουμε ότι κατά τον τρίτο κυρίως χρόνο της δικτατορίας, οι απελπισμένες προσδοκίες ενός τμήματος του ελληνικού λαού ήσαν στραμμένες στη λεγόμενη «λύση Καραμανλή». Φαίνεται ότι είναι στην ανθρώπινη φύση το μεγάλο κακό ν’αποδιώχνει τη θύμηση του μικρότερου κακού. Και η κόλαση της Χούντας βοήθησε στο να λησμονηθούν, ή μάλλον να σμικρυνθούν, τα δεινά της Καραμανλικής οκταετίας. Από τότε που ο Καραμανλής εξουθενωμένος πολιτικά εκπατρίστηκε και ζει στο Παρίσι, θέλει να εμφανίζεται σαν η μεγάλη εφεδρεία του έθνους. Στην πραγματικότητα είναι η εφεδρεία και του Πενταγώνου. (Μήπως ήρθε η ώρα των «εφεδρειών;»). Ο ίδιος πιστεύει ότι είναι ο φυσικός – και ο καλύτερος – διάδοχος της δικτατορίας. Υπέρ αυτού έχει το ότι δεν ερωτοτρόπησε με τη Χούντα, όπως έκαναν ο Αβέρωφ ο Γκίκας και άλλοι παράγοντες της Δεξιάς. Η στάση αυτή του Καραμανλή τον έχει κάνει σχετικά αγαπητό στη μειοψηφία του λαού και – υπό προϋποθέσεις – ανεκτό από την πλειοψηφία του, με την ψυχολογία που δημιουργεί η απόγνωση του πνιγμένου και που δέχεται κάθε σωσίβιο, ακόμη και το πιο ανασφαλές….
Η επανεμφάνιση του Καραμανλή στο πολιτικό προσκήνιο έγινε στις 29 Νοεμβρίου 1967 (συνέντευξη στη Μοντ) και αργότερα στις 309 Σεπτεμβρίου 1969 (με έκκληση προς τις ένοπλες δυνάμεις). Έκανε επίσης δηλώσεις στις 21 Απριλίου 1973. Από αυτά τα προσεκτικά ζυγισμένα κείμενα, η ουσία μπορεί να συνοψιστεί σε μερικά σημεία που φωτίζουν τις πολιτικές εκτιμήσεις του κ.Καραμανλή για τα αίτια της επιβολής της νεοφασιστικής τυραννίας και για τις διαδικασίες αποκαταστάσεως της «δημοκρατίας» σε περίπτωση που θα του παρέδιναν (ποιοι;) την εξουσία:
α) «Δύο παράγοντες – λέει επί λέξει – οδήγησαν εις το κίνημα: η ύπαρξη ορισμένου αριθμού φιλοδόξων αξιωματικών και η χρεοκοπία της Δημοκρατίας». (Κατά τον κ.Καραμανλή, ούτε η CIA ούτε το Πεντάγωνο και το ΝΑΤΟ είχαν την παραμικρή ανάμειξη. Έφταιγε η «φιλοδοξία» μερικών αξιωματικών και η «χρεοκοπία της δημοκρατίας», επειδή υπερλειτουργούσε και όχι επειδή υπολειτουργούσε…).
β) «Την μεγαλυτέραν ευθύνην (για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου) φέρουν εκείνοι οι οποίοι προεκάλεσαν τα πάθη…» (υπονοώντας προφανώς τους δύο Ανένδοτους αγώνες του Κέντρου και της Αριστεράς και όχι, βέβαια, τις δύο χούντες, τους Αμερικανού, το Παλάτι και την ολιγαρχία).
γ) Αίτια όλων των δεινών είναι το ότι οι αντίπαλοι του κ.Καραμανλή (Κέντρο και Αριστερά) συνασπίσθηκαν και εματαίωσαν το 1963 το σχέδιό του περί αναθεωρήσεως του Συντάγματος, που προέβλεπε ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας (δηλαδή μεγαλύτερο βαθμό αναπηρίας της ήδη ανάπηρης δημοκρατίας…).
Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο κ.Καραμανλής δεν αναφέρεται ούτε μια φορά στους αγώνες του ελληνικού λαού για την αποτίναξη του σατραπικού καθεστώτος ή στην αντίσταση ή στους φοιτητές ή στα βασανιστήρια. Τίποτα απ’αυτά τα «ανορθόδοξα» δεν τον έχει αγγίξει. Απευθύνεται όμως με διακριτικότητα προς τη συμμορία της Χούντας, εκφράζοντας την ελπίδα ότι οι ίδιοι (οι συνταγματάρχες της Χούντας) θ’αποκαταστήσουν την ομαλότητα… Ιδού μια περικοπή από την συνέντευξη στη Μοντ:
«…Αποσυρόμενοι (οι πραξικοπηματίες) της εξουσίας, αποδίδοντας εις τα Ανάκτορα την ελευθερίαν των, θα διήνοιγαν τον δρόμον εις την αποκατάστασιν της ομαλότητος. Τουλάχιστον, θα υδήναντο να αισθανθούν ικανοποίησιν ότι προσέφεραν εις την χώραν την ευκαιρίαν να εκσυγχρονίσουν τους θεσμούς και ν’ανανεώσουν την πολιτικήν ζωήν»!
Αργότερα (1969), ο κ.Καραμανλής είπε ότι η αποκατάσταση της δημοκρατίας μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:
«Είτε δια της αβιάστου αποχωρήσεως της παρούσης κυβερνήσεως είτε δια της ανατροπής της. η πρώτη λύσις θα είναι όχι μόνο ακίνδυνος αλλά και δημιουργική. Η δευτέρα, που ημπορεί να προκληθή και από δυνάμεις μη ελεγχομένας, θα υποβάλη ίσως το έθνος εις νέας δοκιμασίας. Η ευθύνη δια την εκλογήν βαρύνει την κυβέρνησιν, αλλά και εκείνους οι οποίοι αμέσως ή εμμέσως την στηρίζουν. Εάν, συνεπώς, οι κυβερνώντες, γοητευθέντες από την εξουσίαν, δεν αντιλαμβάνονται το καθήκον των, οφείλουν να τους το υποδείξουν οι εξ αγαθής προαιρέσεως συστρατευθέντες μετ’αυτών αξιωματικοί. Και πέραν αυτών οφείλουν να το πράξουν αι ένοπλαι δυνάμεις της χώρας, αι οποίαι προερχόμενοι από τους κόλπους του λαού, έχουν επωμισθή την βαρείαν ευθύνην αλλά και την υψηλήν αποστολήν να προστατεύσουν την ελευθερίαν, την ασφάλειαν και την ανεξαρτησίαν του. Οφείλω δε με την ευκαιρίαν αυτήν να βεβαιώσω τους ανησυχούντας δια το μέλλον ότι δεν θα έλυα την σιωπήν μου, εάν δεν επίστευα ότι η χώρα δύναται ακινδύνως να επανέλθη εις την ομαλότητα και εάν δεν ήμην διατεθειμένος να συμβάλω εν ανάγκη εις τούτο και προσωπικώς».
Οι αντιδράσεις από τις δηλώσεις Καραμανλή ήσαν αντιφατικές. Οι παράγοντες της Δεξιάς και της συντηρητικής πτέρυγας του Κέντρου αποδέχτηκαν ανεπιφύλακτα τις πολιτικές του θέσεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, η Αριστερά, η μυ δεξιές αντιστασιακές οργανώσεις και γενικά οι δυνάμεις της προοδευτικής δημοκρατίας διατύπωσαν ζωηρές επιφυλάξεις. Εξήραν την παρότρυνση του Καραμανλή προς τον στρατό να εκδιώξει τη Χούντα, συμφώνησαν με τις διαπιστώσεις του για τους κινδύνους που απειλούν τη χώρα αν παραταθεί η δικτατορία, αλλά διαφώνησαν στο κρίσιμο σημείο της «ισχυράς» κυβερνήσεως με «εκτάκτους εξουσίας». Ειδικά η Αριστερά επεσήμανε ότι οι λαϊκοί πόθοι δεν ικανοποιούνται με την υποκατάσταση της στρατιωτικής δικτατορίας για απροσδιόριστο διάστημα από ένα πολιτικό καθεστώς ημιδικτατορικού τύπου.
Τέλος, η Χούντα δεν έκρυψε τις ανησυχίες που της προκάλεσαν οι δηλώσεις Καραμανλή, υπό το φως της υποψίας ότι η προβολή του άλλοτε αρχηγού της ΕΡΕ έχει την έγκριση της Ουάσινγκτον και την υποστήριξη των κυβερνήσεων Γαλλίας, Αγγλίας και Δ.Γερμανίας. οπωσδήποτε, με προσωπική διαταγή του Παπαδόπουλου, οι δηλώσεις του Καραμανλή δεν δημοσιεύτηκαν στην Αθήνα.
Η ευνοϊκή απήχηση που είχε η προβολή του Καραμανλή δεν με κάνει ν’αναθεωρήσω τις δικές μου απόψεις για τη λύση του ελληνικού προβλήματος. Γνωρίζω τον Καραμανλή και εκτιμώ τα θετικά στοιχεία της προσωπικότητάς του, ιδιαίτερα τις μεγάλες διοικητικές του ικανότητες και την τεχνοκρατική του αντίληψη για την επίλυση των συγχρόνων προβλημάτων. Αλλά οι ιδέες του για τη δημοκρατία κυριαρχούνται από το πλέγμα της αντικομμουνιστικής και αντιδημοκρατικής υστερίας, που είναι η βασική πηγή και αιτία τα δεκάχρονης ελληνικής ανωμαλίας. Τέλος, δεν μπορεί να αγνοηθεί ότι ο Καραμανλής έμεινε μακριά από κάθε αντιχουντική αντιστασιακή δραστηριότητα. Μπορεί κανείς να προβλέψει με μαθηματική ακρίβεια τι θα συμβεί με την – τυχόν – ανάθεση της διακυβερνήσεως της χώρας στον Καραμανλή. Θα κυβερνήσει με «εκτάκτους εξουσίας», ωσότου δημιουργηθούν οι «κατάλληλες» συνθήκες (κατάλληλες όχι βέβαια για τους πολιτικούς του αντιπάλους..). Και όταν κρίνει ότι οι «συνθήκες» είναι καλά ρυθμισμένες, θα προκηρύξει αιφνιδιαστικά εκλογές. Και ασφαλώς θα τις κερδίσει βοηθούμενος και από τον κρατικό μηχανισμό της Χούντας. Υπάρχει άλλωστε, η πείρα του 1961…