Διάσπαση του Συναγερμού
Αυτές ακριβώς τις μέρες, η κυβέρνηση και ο Ελληνικός Συναγερμός παθαίνουν τον μεγαλύτερο, ως τη στιγμή, κλονισμό: Στις 10 Νοεμβρίου, το Υπουργείο Προεδρίας δίνει στον Τύπο δηλώσεις του πρωθυπουργού, που κατηγορεί τον πρώην υπουργό Συντονισμού και στενό συνεργάτη του Σπύρο Μαρκεζίνη ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, έχει δεσμεύσει τη χώρα απέναντι σε δύο μεγάλες γερμανικές εταιρείες. Και ότι τη σχετική συμφωνία του την έχει κρύψει, από τον πρωθυπουργό.
Η κατηγορία είναι βαρύτατη και προκαλεί σάλο σε ολόκληρη τη χώρα και, πρώτα απ'όλα, στην ίδια την κυβέρνηση και στο κόμμα του Συναγερμού. Το ίδιο βράδυ, οι μαρκεζινικοί υπουργοί που απομένουν στην κυβέρνηση ανακοινώνουν ότι αποχωρούν. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης, με μακρές δηλώσεις του, διαψεύδει ότι έχει δεσμεύσει τη χώρα, βεβαιώνει ότι έχει ενημερώσει το συντονιστικό συμβούλιο για τις συμφωνίες και ανακοινώνει ότι φεύγει από τον Συναγερμό. Οι δηλώσεις του Παπάγου είναι οι ακόλουθες:
«Την 11ην Νοεμβρίου 1953, ο τότε υπουργός του Συντονισμού κ.Μαρκεζίνης ευρισκόμενος εν Βόννη προς διενέργειαν οικονομικών διαπραγματεύσεων μετά της γερμανικής κυβερνήσεως αντήλλαξε μετά του υπουργού της Εθνικής Οικονομίας κ.Έρχαρτ επιστολήν αναφερομένην εις την υπό των οίκων Ζήμενς και Τελεφούνκεν εκτέλεσιν ωρισμένων εργασιών. Ο εν Αθήναις Γερμανός πρεσβευτής προέβη σήμερον εις έγγραφον προς τον υπουργόν των Εξωτερικών κ.Στεφανόπουλον διακοίνωσιν, καθ'ην η γερμανική κυβέρνησις θεωρεί ότι διά της ως άνω επιστολής εδεσμεύθη η Ελλάς κατά τους κανόνας του διεθνούς δικαίου. Κατόπιν τούτου, δηλώ ότι η ελληνική κυβέρνησις θα σεβασθή την ούτω αναληφθείσαν υποχρέωσιν, έστω και αν αύτη συνωμολογήθη εν αγνοία του πρωθυπουργού και απεκρύβη από αυτόν επί μακρούς μήνας. Επί του περιεχομένου της ανωτέρω συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνησις δεν επιθυμεί να εκφρασθή σήμερον, καθ'όσον αναμένεται ενταύθα την προσεχή Δευτέραν ο υπουργός της Εθνικής Οικονομίας κ.Έρχαρτ μετά του οποίου θα συζητήσωμεν το θέμα. Η Ελλάς αποβλέπει εις την στενήν μετά της Γερμανίας οικονομικήν συνεργασίαν, υπολογίζουσα επί της ουσιαστικής συμβολής της εις τον τομέαν των επενδύσεων. Η έλευσις άλλωστε, διεθνούς προσωπικότητος του κύρους του κ Έρχαρτ θα συντέλεση, είμαι βέβαιος, εις την περαιτέρω σύσφιγξιν των μετά της Γερμανίας οικονομικών μας δεσμών».
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δίνει στη δημοσιότητα τις επιστολές που έχουν ανταλλάξει ο Έρχαρτ και ο Μαρκεζίνης στη Βόννη, στις 11 Νοεμβρίου 1953: Ο Έρχαρτ έγραφε:
«Εφέρατε εις γνώσιν μου ότι είσθε έτοιμος ν'αναλάβητε την φροντίδα ώστε εις μεν τον οίκον Ζήμενς ν'ανατεθή η τεχνική επιστασία και η επέκτασις του ελληνικού τηλεφωνικού δικτύου, μετά δε του οίκου Τελεφούνκεν να σκοπηθή η σύναψις συμβάσεως περί χορηγήσεως αδείας λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού και περί κατασκευής του ελληνικού ραδιοφωνικού δικτύου. Έλαβα μετ'ευχαριστήσεως γνώσιν των ανωτέρω και δύναμαι μεθ'ικανοποιήσεως να διαπιστώσω ότι ανασυνδέονται ούτως αι παλαιαί και δι'αμφότερα τα μέρη αποδοτικαί σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και των δύο τούτων γνωστών και παγκοσμίου φήμης γερμανικών οίκων».
Στην απάντηση του ο Μαρκεζίνης βεβαιώνει ότι πήρε την επιστολή του Έρχαρτ και ότι συμφωνεί με το περιεχόμενο της. Μέσα σε λίγες ώρες από τη στιγμή που δόθηκαν στον Τύπο οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και προτού να δημοσιευτούν, ο Μαρκεζίνης δηλώνει ότι αποχωρεί από τον Συναγερμό και ο υπουργός Συντονισμού Θ.Καψάλης παραιτείται. Αργά τη νύχτα, ο Μαρκεζίνης δηλώνει:
«Ειλικρινώς λυπούμαι διά την ανακοίνωσιν του προέδρου της κυβερνήσεως. Πρώτον, διότι είναι απολύτως ανακριβές ότι κατά τας εν Γερμανία διαπραγματεύσεις εδέσμευσα καθ'οιονδήποτε τρόπον την ελληνικήν κυβέρνησιν εν σχέσει με τους οίκους Ζήμενς και Τελεφούνκεν. Δεύτερον, διότι είναι απολύτως ανακριβές ότι δεν ετηρήθη ενήμερος ο κ.πρωθυπουργός των διεξαχθεισών εν Γερμανία διαπραγματεύσεων, καθ'όσον, άμα τη επιστροφή μου, επί δίωρον τουλάχιστον εις το συντονιστικόν συμβούλιον, ανέφερα εν λεπτομέρεια όλα τα σχετικά προς τας διεξαχθείσας εν Γερμανία συζητήσεις, ως και εις την αγόρευσίν μου εις την Βουλήν, κατά την συνεδρίασιν της 23ης Νοεμβρίου 1953, όπου και ειδικώς εμνημόνευσα τας προτάσεις Ζήμενς και Τελεφούνκεν, δηλώσας ότι "ευχέρειαν απεκτήσαμεν, δεν ανελάβαμεν δεσμεύσεις". Τρίτον, διότι ο κ.πρωθυπουργός περιλαμβάνει εις την ανακοίνωσιν του το κείμενο της υπογραφείσης επιστολής, χωρίς ν'αναφέρη, ως είχε υποχρέωσιν (διότι κάλλιστα το γνωρίζει), πώς είχε το αρχικόν κείμενον της επιστολής, το οποίον μου εδόθη προς υπογραφήν, και πώς, κατόπιν των ιδιοχείρων διορθώσεων του κ.Έρχαρτ, αι οποίαι έγιναν τη αξιώσει μου, απηλείφθη πάσα λέξις ή φράσις, δυναμένη οπωσδήποτε να δέσμευση ή έστω και να δώση την εντύπωσιν ότι δεσμεύει την ελληνικήν κυβέρνησιν».
Ο Μαρκεζίνης, στο σημείο αυτό των δηλώσεων του, παραθέτει το αρχικό κείμενο της επιστολής Έρχαρτ που αρχίζει με τη φράση «Μοι εγνωστοποιήσατε την προθυμίαν της ελληνικής κυβερνήσεως όπως ανάθεση...». Και συνεχίζει:
«Εξ αυτών σαφέστατα συνάγεται ότι, αντί του αρχικού κειμένου διά του οποίου η γερμανική κυβέρνησις απέβλεπε να δέσμευση την ελληνικήν κυβέρνησιν, υπέγραψα απλώς κείμενον διά του οποίου ανελάμβανα εγώ προσωπικώς, ως υπουργός του Συντονισμού, την υποχρέωσιν να εισηγηθώ σχετικώς εις την κυβέρνησιν».
Συνεχίζοντας, ο Μαρκεζίνης υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κ μία δέσμευση και καμία συμφωνία και ο πρωθυπουργός είναι ελεύθερος να δεχτεί ή όχι τις προτάσεις των δύο γερμανικών εταιρειών. Και καταλήγει:
«Είναι πάντως προφανές ότι, κατόπιν της σημερινής πρωθυπουργικής ανακοινώσεως, δεν μου επιτρέπεται ούτε λεπτόν πλέον να παραμείνω εις τον Συναγερμόν, ο οποίος άλλωστε ουδεμίαν έχει σχέσιν με τον Συναγερμόν εκείνον διά την δημιουργίαν του οποίου κάπως συνετέλεσα και εγώ».
Την ίδια νύχτα, ο υπουργός Συντονισμού Θ.Καψάλης δηλώνει:
«Η αιφνίδια μετάστασις των απόψεων του προέδρου της κυβερνήσεως επί του θέματος των προτάσεων των γερμανικών οίκων Ζήμενς και Τελεφούνκεν με αναγκάζει να υποβάλω την παραίτησίν μου. Ο κ.στρατάρχης όχι μόνον προ μηνός και πλέον ανεγνώρισεν ότι ουδεμία δέσμευσις έχει αναληφθεί υπό του κ.Μαρκεζίνη διά λογαριασμόν της ελληνικής κυβερνήσεως, αλλά και προ ολίγων ημερών, κατά την διάρκειαν συνεδριάσεως του συντονιστικού συμβουλίου απασχοληθέντος με το θέμα αυτό, επανέλαβε κατηγορηματικώς ότι ουδεμίαν υποχρέωσιν εδέχετο ως υφισταμένην διά την ελληνικήν κυβέρνησιν. Κατόπιν της σημερινής ανακοινώσεως με το περιεχόμενο της οποίας ευρίσκομαι εις πλήρη αντίθεσιν, η παραμονή μου εις την κυβέρνησιν είναι αδύνατος».