Ασύρματοι
Στις 14 Νοεμβρίου 1951 το βράδυ, οι δημοσιογράφοι πληροφορούνται από την αστυνομία ότι, τις πρώτες πρωινές ώρες της ημέρας εκείνης, έχουν γίνει πολλές συλλήψεις κομμουνιστών σε Αθήνα, Πειραιά και προάστια κι ότι έχουν ανακαλυφτεί και ασύρματοι του ΚΚΕ. Αργά τη νύχτα, ο υπουργός Εσωτερικών Κ.Ρέντης, που, λίγες ώρες νωρίτερα, έχει συνεργασία με τον πρωθυπουργό, καλεί τους δημοσιογράφους και τους επιβεβαιώνει τις πληροφορίες. Τους λέει ότι την προηγούμενη νύχτα έγιναν αιφνιδιαστικές έρευνες που απέβλεπαν «εις την ανακάλυψιν παρανόμου μηχανισμού ενεργούντος κατασκοπίαν εις βάρος του κράτους εκ μέρους του εχθρού». Και ότι «πράγματι, εις την Γλυφάδα ανευρέθη εγκατάστασις ασυρμάτου, κατεσχέθησαν δύο συσκευαί ασυρμάτου και άλλο υλικόν».
Τη στιγμή, δηλαδή, που η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αναγγείλει συγκεκριμένα «μέτρα επιεικείας», έρχονται στη δημοσιότητα πληροφορίες και στοιχεία για εντατική δραστηριότητα του ΚΚΕ και ανοίγει φάκελος «κατασκοπευτικής δραστηριότητας» στελεχών του. Ο υπουργός Εσωτερικών, από την πρώτη στιγμή, όπως είδαμε, μιλά για κατασκοπία «εις βάρος του κράτους εκ μέρους του εχθρού». Βέβαια, κανένας δεν κατονομάζει τον «εχθρό», αλλά όλοι καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για τη Σοβιετική Ένωση και τις εξαρτώμενες από αυτήν «Λαικές Δημοκρατίες». Τελειώνοντας τη νυχτερινή εκείνη συνέντευξή του, ο υπουργός Εσωτερικών, που πριν από λίγο έχει προεξοφλήσει πως το αδίκημα είναι κατασκοπία, δηλώνει:
«... εάν η πράξις των συλληφθέντων χαρακτηρισθεί ως κατασκοπία, θα δικασθούν από το τακτικόν στρατοδικείον. Πάντως, αρμοδία να κρίνη επ'αυτού είναι η δικαστική Αρχή».
Ενώ, δηλαδή, οι θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις για τη δραστηριότητα του ΚΚΕ βγαίνουν από την πόρτα, ξαναγυρίζουν από το παράθυρο. Είναι φανερό ότι οι νικητές του Εμφυλίου Πολέμου, τουλάχιστον η Δεξιά, δεν έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Ανησυχούν ότι χωρίς τον φόβο των στρατοδικείων και των εκτελέσεων, το αριστερό κίνημα θα φουντώσει πάλι ή ότι, οπωσδήποτε, θα χάσουν το μονοπώλιο της εξουσίας. Η «υπόθεση κατασκοπίας» δημιουργεί οξύτητα στην πολιτική ζωή. Και αυτό εξυπηρετεί τη Δεξιά, τον ΙΔΕΑ και όλους τους άλλους παράγοντες που επιδιώκουν να χρεοκοπήσει η ειρηνευτική πολιτική του Πλαστήρα. Ο έμπειρος υπουργός Εσωτερικών κ.Ρέντης, που αντιλαμβάνεται την αντίφαση, δηλώνει, την ίδια εκείνη νύχτα, στους δημοσιογράφους:
«Το πρόγραμμα της ειρηνεύσεως εις το οποίον αποβλέπει η κυβέρνησις αφορά την εκκαθάρισιν του παρελθόντος και είναι πρόγραμμα αποβλέπον εις την αφαίρεσιν κάθε επιχειρήματος το οποίον θα ηδύνατο να δηλητηριάση την πολιτικήν ζωήν του τόπου. Αλλά, όπως είχε τονίσει και κατά την προεκλογικήν περίοδον ο αρχηγός της Προοδευτικής Ενώσεως και ήδη πρωθυπουργός κ.Πλαστήρας, εφαρμόζοντες τοιαύτην πολιτικήν, θα είμεθα εξάλλου αμείλικτοι απέναντι εκείνων εναντίον των οποίων θα υπάρξουν στοιχεία ότι εμμένουν εις παράνομον δράσιν εναντίον του κράτους. Και διά τούτο πάσα δράσις συντελουμένη από του σχηματισμού της σημερινής κυβερνήσεως και εντεύθεν θα κριθεί μετά ηυξημένης αυστηρότητος. Ουδέν μέτρον επιεικείας θα ισχύσει απέναντι εκείνων οι οποίοι εξηκολούθησαν και εξακολουθούν το αντεθνικόν έργον. Η λειτουργία παρανόμου μηχανισμού και η διαβίβασις εμπιστευτικών και μυστικών πληροφοριών διά κρυπτογραφημάτων εις το εξωτερικόν αποτελεί πράξιν στρεφομένην εναντίον της ασφαλείας της χώρας και εναντίον των υπευθύνων τοιούτων ενεργειών θα λειτουργήσει ο Νόμος χωρίς περιορισμόν και από τα αρμόδια διά τοιαύτας πράξεις δικαστήρια. Επιφυλάσσομαι να απονείμω την ευαρέσκειάν μου προς τους αξιωματικούς των Σωμάτων Ασφαλείας, οίτινες διά της δραστηριότητος των και της ικανότητος των επέτυχον να ανατρέφουν τα σχέδια του εχθρού».