Οι συνέπειες από την υποτίμηση της δραχμής εξακολουθούν να εκδηλώνονται με αδιάκοπη αύξηση των τιμών. Το πρόβλημα των αποδοχών των μισθωτών παραμένει πάντα οξύ. Στα μέσα Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι αυξάνονται κατά 20-25% οι. μισθοί και οι συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων ότι επαναφέρει τον θεσμό των ελεύθερων συλλογικών συμβάσεων των εργαζομένων και εργοδοτών ότι ιδρύει πέντε διαιτητικά δικαστήρια και Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας.
Η αντιπολίτευση χαρακτηρίζει τα μέτρα για τους εργάτες εμπαιγμό, ιδιαίτερα ύστερα από τις κυβερνητικές διακηρύξεις ότι το 1954 θα ήταν «το έτος των εργαζομένων». Το κύριο επιχείρημα που προβάλλει η αντιπολίτευση είναι ότι, με τις συνθήκες της εποχής, ελεύθερες συλλογικές συμβάσεις, χωρίς να καθορίζεται μάλιστα κατώτατο όριο ημερομισθίων, είναι φενάκη. Ο Γ.Παπανδρέου τονίζει:
«Όταν η προσφορά της εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερα από την ζήτησιν, όπως δυστυχώς συμβαίνει σήμερον με την συνεχώς αυξανομένην ανεργίαν και υποαπασχόλησιν, και όταν επιπροσθέτως το πνεύμα της κυβερνήσεως είναι αντεργατικόν, ημπορεί να θεωρηθή βέβαιον ότι αι συλλογικαί συμβάσεις δεν πρόκειται να οδηγήσουν εις την δικαίαν βελτίωσιν της ζωής των εργαζομένων (...). Αλλά τον εμπαιγμόν των εργαζομένων εκ μέρους της κυβερνήσεως του Συναγερμού ήλθε δυστυχώς να ολοκλήρωση και η αχαρακτήριστος δουλοφροσύνη της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, η οποία διά δημοσίων δηλώσεων επεκρότησε περιδεής την κυβερνητικήν πολιτικήν, διακωμωδούσα τοιουτοτρόπως διά της στάσεως της την ευγενή έννοιαν του ελευθέρου δημοκρατικού συνδικαλισμού και μεταβαλλόμενη εις αποφασιστικόν στρατολόγον του κομμουνισμού».
Παρόμοιες ανακοινώσεις έχουν εκδώσει και η ΕΠΕΚ, το Δημοκρατικόν Κόμμα του Καρτάλη και η ΕΔΑ. Και έντεκα μέλη από τη διοίκηση της ΓΣΕΕ, διαφωνώντας με τον Φώτη Μακρή και την πλειοψηφία του, επικρίνουν τα κυβερνητικά μέτρα. Οι πρώτες συλλογικές συμβάσεις που υπογράφονται (με την Ηλεκτρική, την Εταιρεία Υδάτων, τους Ηλεκτρικούς Σιδηροδρόμους κ.λ.π.) προβλέπουν αυξήσεις 25% για τους χαμηλόμισθους και 20% για τους μεγαλύτερους.
Η κατάσταση στα εργατικά συνδικάτα είναι θέμα που απασχολεί συνεχώς τον Τύπο. Ύστερα από έναν περίπου μήνα, στις 18 Μαρτίου, με αφορμή το συνέδριο του Εργατικού Κέντρου Αθηνών, Το Βήμα γράφει:
«Το συνδικαλιστικόν εργατικόν κίνημα εμφανίζει από τινός χρόνου σαφή συμπτώματα παρακμής. Δεν πρόκειται μόνον διά την αδιαφορίαν μεγάλης εργατικής μάζης προς τας επαγγελματικός της οργανώσεις, καίτοι άπειρα είναι τα προβλήματα που την απασχολούν, αλλά και διά την εμφανή ουσιαστικήν αντίθεσιν της προς την παντοειδή εκπροσώπησαν της (...) ελάχιστοι είναι εγγεγραμμένοι εις τας επαγγελματικός των οργανώσεις (...) και εξ αυτών μία ασήμαντος μειοψηφία είναι ταμειακώς εν τάξει. Αι συνελεύσεις των εργατικών οργανώσεων συγκροτούνται έπειτα από πολλάς αναβολάς και προσπάθειας, με τον ελάχιστον αριθμόν της νομίμου απαρτίας και αυτόν πλασματικόν, εφ'όσον εις τας συνελεύσεις δεν παρίστανται παρά ευάριθμοι μόνον, απέναντι των όσων έχουν γραφή εις τους καταλόγους ως παρόντες. Αν έλειπε μάλιστα από πολλά εργατικά σωματεία η υποχρεωτική είσπραξις της εισφοράς των από τους εργοδότας, όπως και η υποχρεωτική είσπραξις της εισφοράς διά την Γενικήν Συνομοσπονδία, Εργατών, είναι ζήτημα εάν το δέκατον της δυνάμεως της εργατικής τάξεως θα ενεγράφετο οικειοθελώς εις τα εργατικά συνδικάτα (...). Υπό τοιούτους όρους δεν δύναται να γίνη λόγος περί υπάρξεως σοβαρού συνδικαλιστικού κινήματος εις την χώραν μας. Το ελληνικόν συνδικαλιστικόν κίνημα κατέστη από κίνημα μαζών εις κίνημα ωρισμένων συνδικαλιστικών στελεχών, με σκοπόν όχι την με ηρωικήν διάθεσιν και αυτοθυσίαν αγωνιστικήν προσπάθειαν διά την βελτίωσιν της θέσεως της εργατοϋπαλληλικής τάξεως, αλλά την διαχείρισιν των αναγκαστικώς εισπραττομένων εισφορών και την εν καιρώ συνταξιοδότησιν των διαφόρων προέδρων και γενικών γραμματέων των σωματείων, πέραν της συνταξιοδοτήσεως των από το κύριον επάγγελμα των. Συνεστήθη προς τούτο και ειδικόν ταμείον συνταξιοδοτήσεως συνδικαλιστικών στελεχών».
Με τις κρατικές παρεμβάσεις στα εργατικά συνδικάτα και την έμμεση εξαγορά με τις υποχρεωτικές εισφορές, από την εποχή της μεταξικής δικτατορίας, έχει αποσυντεθεί, σε μεγάλο βαθμό, ο εργατικός συνδικαλισμός στην Ελλάδα και αναπτύσσονται στο έπακρο ο εργατοπατερισμός και η εργατοκαπηλεία. Έτσι, οι εργαζόμενοι έχουν χάσει το κυριότερο όπλο τους για να βελτιώσουν, με τους αγώνες τους, τη θέση τους, από οικονομική και κοινωνική άποψη, και η χώρα ένα από τα βασικά οχυρά της σύγχρονης δημοκρατίας.