Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΤΡΗΣ: Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΑΣΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Στον ΕΠΙΛΟΓΟ, και στη σελίδα 431, αναφέρει:
Η μοιραία πορεία προς τον συμβιβασμό με το «καταλυθέν» καθεστώς, με κατεύθυνση να εξελιχθεί η «Νέα Δημοκρατία» του κ.Καραμανλή σε χωνευτήρι του εγκληματικού μηχανισμού της επταετίας, βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τους νόμους που κινούν ιστορικά την ελληνική Δεξιά. Το ίδιο ακριβώς έγινε και στο 1944, τότε που η Δεξιά, κυρίαρχη όπως τώρα, απορρόφησε όλο τον υπόκοσμο του κατοχικού δοσιλογισμού, ο οποίος μάλιστα αποτέλεσε τη σπονδυλική στήλη του αστυνομικού κράτους της τριακονταετίας.
Ήταν όμως αρκετά περίεργη η στάση των μη δεξιών συνεργατών του κ.Καραμανλή στην κυβέρνηση της απελευθερώσεως. Πρόσωπα με αντιστασιακές περγαμηνές, όπως ο Γ.Μαύρος, ο Ι.Πεσματζόγλου, ο Γ.Α.Μαγκάκης, ο Γ.Μυλωνάς, ο Χ.Πρωτοπαπάς κ.ά. δεν εδίστασαν να συνυπογράψουν όλες τις κυβερνητικές αποφάσεις που έδειχναν αν όχι έκδηλη συμπάθεια πάντως ένα πνεύμα προστατευτικής ανοχής απέναντι σε ειδεχθείς εγκληματίες. Όντας, εξάλλου, σχεδόν όλοι διαπρεπείς νομομαθείς άφησαν να ισχύει η αυτοαμνήστευση της συμμορίας και να διατηρείται η ασάφεια για την αμνηστία που η κυβέρνησή τους εχορήγησε στους ενόχους. Τέλος, οι ίδιοι αντιστασιακοί υπουργοί δέχτηκαν τον αντιδημοκρατικό εκλογικό νόμο, που συνέβαλε αποφασιστικά στην ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων και επιπλέον έκανε στον κ.Καραμανλή το ανέλπιστο δώρο των 53 βουλευτικών εδρών (220 αντί 167 με την απλή αναλογική). Η ιστορία κάποτε θα κρίνει αν η συμπεριφορά της ομάδας αυτής ήταν μια πράξη πολιτικού μαζοχισμού ή μια υπολογισμένη ενέργεια μέσα στο κύκλωμα του κατεστημένου.
Οπωσδήποτε, ήταν μια κατολίσθηση που εξένισε και επίκρανε σημαντικό τμήμα της δημοκρατικής κοινής γνώμης. Από τους ίδιους δεν έχει δοθεί ως τώρα, καμιά πειστική εξήγηση, όχι μόνο για όσα έκαναν ή δεν έκαναν, αλλά και για το ηθικά απαράδεκτο γεγονός ότι δέχτηκαν να συναγελάζονται στο υπουργικό συμβούλιο με δοκιμασμένους και δηλωμένους φίλους της Χούντας: Με τον κ.Σόλωνα Γκίκα (π.χ.) που αρθρογραφούσε στον Ελεύθερο Κόσμο χαρακτηρίζοντας την «Επανάσταση» της 21ης Απριλίου «προϊόν αδηρίτου εθνικής ανάγκης» και συμβουλεύοντας τον ελληνικό λαό να ψηφίσει «υπέρ του Συντάγματος» Παπαδόπουλου… Με τον κ.Δημήτριο Μπίτσιο, υφυπουργό Εξωτερικών, που σαν αντιπρόσωπος της Χούντας στον ΟΗΕ διεκήρυττε ότι «ουδείς πολιτικός κρατούμενος υπάρχει εν Ελλάδι…» (σε μια εποχή που εσάπιζαν στις χουντικές φυλακές μεταξύ των πολλών άλλων και ο Μαγκάκης και ο Πρωτοπαπάς). Με τον κ.Αβέρωφ, που αγωνιζότανε να συμφιλιώσει τον παλιό πολιτικό κόσμο με το καθεστώς της 21ης Απριλίου…
Περνάμε φαίνεται μια φάση της εθνικής μας ζωής, κυριαρχημένης ακόμη από τους σπασμούς που προκάλεσε στον ψυχισμό του ελληνικού λαού η επταετία. Απόδειξη, το αποτέλεσμα των εκλογών. Αλλά ένα ακόμη πιο συγκλονιστικό δείγμα είναι ότι οι γονείς των αγνώστων νεκρών του Πολυτεχνείου δεν έχουν τολμήσει – πέντε μήνες τώρα που είμαστε ελεύθεροι – να δηλώσουν τον θάνατο των παιδιών τους. Τολμούν όμως ο χουντικός Τύπος και οι ίδιοι οι δολοφόνοι να ασελγούν στη μνήμη των θυμάτων τους και να σαρκάζουν το «έπος της απάτης…». Κι είναι σημάδι του καιρού ότι η σύζυγος ενός ταγματάρχη, εκείνου που οδηγούσε το τανκ (το τανκ που γκρέμισε τη σιδερένια πύλη και σκόρπισε τον θάνατο), δεν δίστασε καθόλου να δηλώσει αγανακτισμένη: «Που την είδατε την περιβόητη σφαγή; Οι φοιτηταί έβγαιναν προστατευμένοι, σαν στο σπίτι τους…».
Δεν είναι μόνο φαινόμενο ψυχικής διαταραχής η φοβία των γονιών και το θράσος των φονιάδων. Περισσότερο είναι καρποί ενός πολιτικού κλίματος που μπόρεσε να καλλιεργήσει η «παραδοτή» εξουσία της 23ης Ιουλίου. Χωρίς να το καταλάβουμε, με μια περίτεχνη δεξιοτεχνία, που έχει ανάγλυφες τις ξένες σφραγίδες, η πατρίδα μας, αντί να ξεριζώσει από πάνω της με βαθιά τομή τον κακοήθη όγκο της επταετίας, ακολουθεί τον δρόμο που οδηγεί στη μετάσταση.
Στην Ελλάδα του 1974 λειτουργεί ο νόμος της συνέχειας με άλλη μάσκα. Είναι όμως η συνέχεια. Και πρέπει ν’αναγνωριστεί ότι ο Παπαδοπουλισμός δεν απέτυχε στον ρόλο που του είχε ανατεθεί από το κατεστημένο. Πήρε στα βρόμικα χέρια του μια ηττημένη κατησχυμένη ελληνική Δεξιά, που αντιπροσώπευε γύρω στο 30%, και την παρέδωσε πανίσχυρη και αναζωογονημένη με ποσοστό 54,5%. Και χωρίς βία – νοθεία. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα της επταετίας. Τα άλλα, το αίμα, ο πόνος, οι καταστροφές δεν λογαριάζονται.
Κλείνοντας το βιβλίο τούτο ας κάνουμε και μια εκτίμηση για το μέλλον. Τα βεγγαλικά για την ανάσταση της Δεξιάς και για το βρικολάκιασμα του παλιού κατεστημένου δεν θα κρατήσουν πολύ. Ο ξαναπροδομένος λαός μας θα ξαναβρεί τον εαυτό του. Ένας λαός που ψήλωσε ως το Πολυτεχνείο δεν είναι προορισμένος για ραγιάς.
Η ελληνική άνοιξη δεν ήρθε στις 23 Ιουλίου 1974. Πιστεύουμε ότι θα’ρθει μια άλλη, όχι μακρινή, μέρα.