Αμερικανοί και οικονομικά
Οι Αμερικανοί προτιμούν αναμφισβήτητα τον Βενιζέλο από τον Πλαστήρα. Έχουν όμως έλθει γενικότερα σε σύγκρουση με την κυβέρνηση του Κέντρου, που, όπως έχουμε πει, την βλέπουν σαν προσωρινή κατάσταση. Η αντιπληθωριστική πολιτική, στην οποία επιμένουν ιδιαίτερα οι Αμερικανοί, έχει φέρει την κυβέρνηση σε αντίθεση με ευρύτατα στρώματα εργαζομένων, καθώς και με τους επιχειρηματίες, που διαμαρτύρονται για τη στενότητα των πιστώσεων κ.λ.π. Στις 5 Φεβρουαρίου, οι δημόσιοι υπάλληλοι, που τη δυσαρέσκειά τους υποθάλπει και εκμεταλλεύεται και ο Συναγερμός επηρεάζοντας την ηγεσία τους, κατεβαίνουν σε απεργία διαρκείας. Η κυβέρνηση έχει προσφερθεί να τους δώσει αυξήσεις 15%. αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν θεωρούν το ποσοστό ικανοποιητικό. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση τους έχει απειλήσει με «εφαρμογή των νόμων» και απολύσεις αν πραγματοποιήσουν την απεργία. (Το νέο Σύνταγμα, που ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 1952, απαγορεύει την απεργία των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων νομικών προσώπων και οργανισμών δημοσίου δικαίου. Η διάταξη αυτή - άρθρο 11 - έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις πιο συντηρητικές του νέου Συντάγματος.)
Μόλις κηρύσσεται η απεργία, η κυβέρνηση επιστρατεύει τους τελωνειακούς, ενώ οι προειδοποιήσεις και οι απειλές της έχουν επίδραση, κι έτσι η αποχή των δημοσίων υπαλλήλων από την εργασία δεν είναι καθολική. Η ΑΔΕΔΥ, με ανακοίνωση της, καλεί τους υπαλλήλους να μην πτοηθούν και καταγγέλλει ονομαστικά ανώτερους λειτουργούς του Υπουργείου Εργασίας (Χρήστο Αποστολάκο. Σπύρο Βελλιανίτη κ.λ.π.) που δεν έχουν απεργήσει. Ο εισαγγελέας ασκεί ποινική δίωξη κατά των απεργών, ενώ η αστυνομία έχει κινητοποιηθεί και φρουρεί τα υπουργεία. Σημειώνονται πολλές διαρροές απεργών, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, και, τελικά, η απεργία λύνεται, αφού η κυβέρνηση δίνει την υπόσχεση, ότι η κατά 15% αύξηση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων θα είναι το πρώτο βήμα για να βελτιωθεί η θέση τους και δεν θα διωχθεί κανένας απεργός.
Αλλά, αν στο θέμα της νομισματικής σταθερότητας και της αντιπληθωριστικής πολιτικής υπάρχει ταύτιση απόψεων ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Αποστολή, σε άλλα οικονομικά θέματα οι διαφωνίες είναι σοβαρές. Σημειώνονται συνεχείς συγκρούσεις υπουργών (Σ.Παπαπολίτη για εξαγωγές, Χαβίνη για δημόσια έργα κ.λ.π.) με μέλη της Αποστολής ή της πρεσβείας. Οι Αμερικανοί αξιώνουν ν'ανασχηματιστεί η κυβέρνηση και να τοποθετηθούν στα οικονομικά υπουργεία πιο «συνεννοήσιμοι» υπουργοί, αλλά ο Πλαστήρας δεν δέχεται. Οι Αμερικανοί κατηγορούν την κυβέρνηση για αδράνεια. Ο υπουργός Συντονισμού Γ.Καρτάλης επιμένει πως οι στρατιωτικές δαπάνες είναι υπέρογκες και γονατίζουν την ελληνική οικονομία. Ζητά να περικοπούν ή ν'αναλάβει ένα μέρος τους το NATO. Απειλεί ότι, αν δεν δοθεί μία από τις δυο αυτές λύσεις, ο ίδιος θα υποβάλει την παραίτηση του.
Διαφωνίες και συγκρούσεις εκδηλώνονται και στα θέματα τα σχετικά με την ανασυγκρότηση της χώρας. Οι Αμερικανοί, επικαλούμενοι πάντα τον φόβο του πληθωρισμού και την προτεραιότητα άλλων αναγκών, αντιδρούν στο να προγραμματιστούν βασικά έργα για την εκβιομηχάνιση της χώρας. Μια κυβερνητική προσπάθεια για να ιδρυθεί διυλιστήριο συναντά την έντονη αντίδραση των μεγάλων εταιρειών πετρελαίου, που κατορθώνουν να τη ματαιώσουν από την αρχή, όπως απέτρεψαν και παλαιότερες απόπειρες του Διομήδη.
Οι διαφωνίες, όπως έχουμε δει, είναι μεγάλες και σε άλλα θέματα (στρατιοτακό κ.λ.π.). Ο Πλαστήρας έχει αρχίσει ν'αντιλαμβάνεται πως οι Αμερικανοί τον υποσκάπτουν. Γι'αυτό ζητά από τον Βενιζέλο, που φεύγει για τη Λισαβώνα στις 16 Φεβρουαρίου, να συναντηθεί με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Ατσεσον και να διερευνήσει τις προθέσεις του Στέητ Ντηπάρτμεντ απέναντι στην κυβέρνηση Κέντρου. Ο Πιουριφόυ, που έχει συνομιλία με τον Πλαστήρα στις 29 Φεβρουαρίου, αξιώνει από τον Έλληνα πρωθυπουργό να κινηθεί δραστηριότερα η κρατική μηχανή. Αποφασίζεται να συγκροτηθεί επιτροπή από τον αρχηγό και υπαρχηγό της Οικονομικής Αποστολής (Λάπαμ και Τζέκινς), τον Καρτάλη κι έναν Φιλελεύθερο υπουργό που ν'ασχολείται με τα ζητήματα στα οποία εκδηλώνονται διαφωνίες. Μετά τη συνάντηση ανακοινώνεται:
«Οι κ.κ. Πλαστήρας και Πιουριφόυ απεχωρίσθησαν, όπως πάντοτε, ως οι καλύτεροι των φίλων». (Εφημερίδες, 1 Μαρτίου 1952.)
Στην πραγματικότητα, όμως, οι Αμερικανοί κερδίζουν χρόνο. Έχουν αποφασίσει να ρίξουν την κυβέρνηση, θέλουν όμως πρωτύτερα να εξασφαλίσουν ορισμένες προϋποθέσεις και να λύσουν μερικά προβλήματα.