Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Ενδοκυβερνητικές διαφωνίες

Όταν, σε επόμενη συνεδρίαση της Βουλής, βουλευτές του Κέντρου (I.Ζίγδης κ.λ.π.) ζητούν να τιμωρηθούν οι βασανιστές της αερο­πορίας, ο Π.Κανελλόπουλος δηλώνει κατηγορηματικά ότι αυτά που καταγγέλλονται ότι «δήθεν συνέβησαν», στην πραγματικό­τητα «δεν συνέβησαν». Και πλέκει το εγκώμιο του αντισμηνάρ­χου, τον οποίο οι κατηγορούμενοι έχουν καταγγείλει ότι ήταν επι­κεφαλής των βασανιστών. Ο συναρχηγός των Φιλελευθέρων Παπανδρέου, απαντών στην αγόρευση του Π.Κανελλόπουλου, λέει:

«Εις τας δικτατορίας υπάρχει μία υπέρτατη Αρχή: Η ασφά­λεια εις την οποίαν σφαγιάζονται η δικαιοσύνη και η δημοκρατία. Εις την δημοκρατίαν υπάρχει ως υπέρτατη αρ­χή το έθνος και η εθνική ασφάλεια, αλλά παραπλεύρως ομότιμος είναι επίσης η υπέρτατη επίσης αρχή και της ελευ­θερίας και της δικαιοσύνης...». (Πρακτικά Βουλής, 1 και 2 Δεκεμβρίου 1953.)

Ο Κανελλόπουλος διαψεύδει και πάλι ότι έγιναν βασανιστή­ρια. Και, επειδή σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα βασανιστήρια ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Δ.Χόνδρος έχει παραιτηθεί από πρόεδρος της Βασιλικής Αεροπορικής Λέσχης και από τιμητικές θέσεις σε άλλες ελληνικές και διεθνείς οργανώσεις (εφημερίδες, 1 Δεκεμβρίου 1953), ο Π.Κανελλόπουλος επικρίνει την ενέργεια του και την παρομοιάζει με τις διαμαρτυρίες του πάπα, του Προέ­δρου της Γαλλικής Δημοκρατίας και διαφόρων επιστημόνων «κα­τά την δίκη των Ρόζεμπεργκ, των εκτελεσθέντων κατασκόπων εις τα Ηνωμένας Πολιτείας...». Και αποκρούει την πρόταση του Γ.Παπανδρέου να συσταθεί εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή για την υπόθεση της Αεροπορίας.

Στην κυβέρνηση, όμως, δεν είναι όλοι σύμφωνοι με τη στάση του υπουργού Αμύνης στο θέμα των βασανιστηρίων. Όπως απο­κάλυψε αργότερα ο τότε υφυπουργός Αεροπορίας (Μάιος 1953 - Δεκέμβριος 1954), αντιστράτηγος Σ.Γυαλίστρας, μόλις ανέλαβε τα καθήκοντα του. σε σύσκεψη με τους Παπάγο και Κανελλό­πουλο, πρότεινε να δοθεί άδεια στον αρχηγό του ΓΕΑ Κελαϊδή για όσο διάστημα θα έκανε τις ανακρίσεις για τα βασανιστήρια ο αρεοπαγίτης Αποστολόπουλος:

«Η γνώμη μου - συνέχιζε ο Γυαλίστρας - απεκρούσθη, πλην όμως μου παρεσχέθησαν κατηγορηματικά διαβεβαιώσεις (...). Ευθύς από της αναλήψεως των καθηκό­ντων μου διεφώνησα επί δύο ουσιωδών ζητημάτων με τον κ.Κανελλόπουλον. Πρώτον, εκουράσθην να τον πείσω ότι ήτο απαράδεκτον το υφιστάμενον σύστημα καθ'ο οι σμηνίται, ως χαφιέδες, παρηκολούθουν τους αξιωματικούς των μονάδων, εν αγνοία αυτών τούτων των διοικητών μο­νάδων. Θα ενθυμήται ίσως ο κ.Κανελλόπουλος κάποιαν μεσημβρίαν ότι με εκάλεσε ο στρατάρχης εις το γραφείον του επί παρουσία του διά να αποσείσω συκοφαντίας κατ'εμού αποδοθείσας υπό του τότε υπουργού Εθνικής Αμύνης. Από της ημέρας εκείνης εγνώριζον σαφώς ότι ο προϊστάμε­νος μου με υπέσκαπτε. Έτερον αντικείμενον διαφωνίας μου με τον κ.Κανελλόπουλον υπήρξεν η μεροληπτική εμπιστο­σύνη ην επεδείκνυε προς έναν αξιωματικόν της αεροπορίας ενεχόμενον εις τα πιστοποιηθέντα βασανιστήρια (...). Εγνώριζα ότι όλοι επεθύμουν την παραίτησίν μου. Δεν την υπέ­βαλα μέχρις ου επιτύχω του σκοπού μου. Αι ανωμαλίαι της Μέσης Ανατολής εις την αεροπορίαν προήρχοντο από την διαμάχην Ικάρων και μη Ικάρων. Διά της επιμονής μου επέ­τυχα την απομάκρυνσιν των τριών ανωτάτων μη Ικάρων». (Το Βήμα, 1 Νοεμβρίου 1955.)

Ύστερα από πολλά χρόνια - και ύστερα από την πικρή προ­σωπική του εμπειρία της δικτατορίας - ο Π.Κανελλόπουλος θα αναγνωρίσει πως ο στρατηγός Γυαλίστρας είχε δίκιο. Και θα γράψει:

«Οι Ένοπλες Δυνάμεις ανασυγκροτήθηκαν και αναμορ­φώθηκαν (αυτό είχε αρχίσει να γίνεται και επί των κυβερνήσεων του Κέντρου) ύστερα από τις μεγάλες δοκιμασίες και απώλειες μιας πολεμικής δεκαετίας. Μόνο στην αερο­πορία, που κι αυτή αναμορφώθηκε τότε, είχαμε μια πο­λύ οδυνηρή περιπέτεια, που την εκληρονόμησε, όμως, η κυ­βέρνηση Παπάγου από την προ των εκλογών του 1952 περίοδο, όταν η πολιτική εξουσία ήταν στα χέρια του Κέντρου. Αν έκαμα ή δεν έκαμα εγώ, ως αρμόδιος υπουργός, ό,τι έπρεπε για να διελευκανθή η υπόθεση αυτή, είναι άλ­λο ζήτημα. Ο στρατηγός Γυαλίστρας, όσον καιρό ήταν υφυ­πουργός της αεροπορίας, είχε πεισθεί ότι οι καταγγελίες των αεροπόρων, που καταδικάσθηκαν, ήταν - σχετικά με όσα είχαν υποστεί στην "προανάκριση" (διοικητική εξέτα­ση) - ειλικρινείς και βάσιμες. Αλλά το πόρισμα του αντι­προέδρου (αργότερα προέδρου) του Αρείου Πάγου, Αποστολοπούλου, που τον είχα επιστρατεύσει και του είχα αναθέσει να διενεργήση διοικητική εξέταση επί των κα­ταγγελιών αυτών, δεν μου έδωσε κανένα στήριγμα για να συμμερισθώ τις απόψεις του στρατηγού Γυαλίστρα. Θεω­ρώ, όμως, αξιομνημόνευτο ότι ο στρατηγός Γυαλίστρας είχε την έμμονη εντύπωση - μου το είχε πει πολλές φορές - ότι κύριος σκηνοθέτης της οδυνηρής εκείνης περιπέτειας ήταν ένας αξιωματικός, αρμόδιος τότε στο Α2 του επιτε­λείου της Αεροπορίας. Ο αξιωματικός αυτός εμφανίσθη­κε, στις 21 Απριλίου 1967, στο προσκήνιο του πραξικοπή­ματος. Ήταν ο ένας από τους δύο μόνους αξιωματικούς της αεροπορίας που συνέπραξαν στο πραξικόπημα. Και ευνοήθηκε, ύστερα, ιδιαίτερα από τη δικτατορία (σημ.: ο Π.Κανελλόπουλος, όπως είναι φανερό, εννοεί τον Σκαρμαλιωράκη). Να'ταν, τάχα, το πρόσωπο αυτό, από το 1952, σε επαφή με τους μελλοντικούς "σωτήρες" του έθνους;...». (Π.Κανελλόπουλου, στο ίδιο, σ.30.)

Αυτά τα ερωτήματα ο Π.Κανελλόπουλος θα τα είχε θέσει στον εαυτό του από το 1952-53, αν η πολιτική σκοπιμότητα και ο αντικομμουνιστικός φανατισμός δεν τον εμπόδιζαν να ακούσει, αν όχι τις οιμωγές των θυμάτων της σκευωρίας, αν όχι τις μαρτυρίες των συνηγόρων τους και κορυφαίων «εθνικοφρόνων» γιατρών, του­λάχιστον τη φωνή του ίδιου του υφυπουργού του, στρατηγού Γυαλίστρα. Αλλά τότε ο Π.Κανελλόπουλος δεν ήθελε να ακούσει τί­ποτε, όπως δεν άκουσε και το 1947-50 τις σπαρακτικές κραυγές πόνου των θυμάτων του μακρονησιώτικου «Παρθενώνα»... Και όχι μόνο δεν ήθελε να ακούσει, αλλά και έγινε ο προστάτης του Κελαϊδή και τον διατήρησε στην ηγεσία της αεροπορίας και - όπως τουλάχιστον καταγγέλλει ο στρατηγός Γυαλίστρας - υπονόμευσε και τον ίδιο τον υφυπουργό του, γιατί έβλεπε και είχε την εντι­μότητα να λέει την αλήθεια, παρόλο που ήταν εξίσου «εθνικόφρων» και αντικομμουνιστής με τον υπουργό του.