Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Επίθεση κατά των Ανακτόρων
Εκτός από το ΛΕΚ τον Μαρκεζίνη, τους Αμερικανούς, τον Δημή­τρη Λαμπράκη, υπάρχουν αρκετοί ακόμα που εργάζονται στο προ­σκήνιο ή στα παρασκήνια για να ετοιμάσουν την πολιτική κίνηση Παπάγου: ο Γεώργιος Βλάχος, οι αδελφοί Κύρου, ο Μποδοσάκης. Αλλά, ξαφνικά, εμφανίζεται στο προσκήνιο ένας κατ' εξοχήν άνθρωπος του παρασκηνίου, που πριν από μερικούς μήνες έχει επι­στρέψει στην Ελλάδα ύστερα από πολύχρονη απουσία: Ο γνωστός μυστικοσύμβουλος του I.Μεταξά, δημοσιογράφος Γιάννης Διά­κος, που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία της τεταρτοαυγουστιανής δικτατορίας, φέρνοντας, το 1936, τον μελλο­ντικό, δικτάτορα σε επαφή με τις αγγλικές υπηρεσίες.
Ο Διάκος, λοιπόν, ο γνωστός «φίλος» των Άγγλων, εξαπολύει τώρα ανοιχτή επίθεση κατά των Ανακτόρων, άμεσα, βέβαια, κα­τά των αυλικών, αλλά έμμεσα και εναντίον του Παύλου και της Φρειδερίκης, που αντιδρούν στην ανάμειξη του Παπάγου στην πολιτική. Τι να συμβαίνει και η επίσημη αγγλική πολιτική είναι τώρα υπέρ του Παπάγου; Ή μήπως ο Διάκος άλλαξε «φίλους» και πήγε με τους Αμερικανούς ή, καθόλου απίθανο, υπάρχει μια μερίδα αγγλικών υπηρεσιών και παραγόντων, που είναι απόλυ­τα ευθυγραμμισμένοι με τους Αμερικανούς σχετικά με το πολι­τικό πρόβλημα της Ελλάδας;
Οπωσδήποτε, στις '25 Φεβρουαρίου, δημοσιεύεται στην εφη­μερίδα της Άκρας Δεξιάς Εθνικός Κήρυξ μακρά επιστολή του I.Διάκου, με τον εντυπωσιακό τίτλο «Η υποκλοπή της βασιλικής υπογραφής διά την σωτηρίαν ενός κομμουνιστού». Ο Διάκος γρά­φει ότι, πριν από πέντε μήνες, άκουσε γνωστούς του στρατιωτι­κούς να σχολιάζουν με αγανάκτηση το γεγονός ότι το πολιτικό γραφείο του βασιλιά χρησιμοποιούσε, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος ο Παύλος, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, την υπογραφή του για χαριστικές πράξεις υπέρ καταδίκων δοσιλόγων και κομμουνι­στών, παρά τις αντίθετες γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου Χαρί­των. Κατά τον Διάκο, οι γνωστοί του στρατιωτικοί τονίζουν ότι οι χαριστικές αυτές πράξεις απειλούν να κλονίσουν το ηθικό του στρατεύματος και να διαλύσουν τη Στρατιωτική Δικαιοσύνη.
Συγκεκριμένα, ο Διάκος αναφέρει την περίπτωση του μεγα­λέμπορου του Πειραιά, Κατραμάτου, που, τον Αύγουστο του 1949, έχει καταδικαστεί από έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο ως οικονομικός ενισχυτής του ΚΚΕ. Κατά τους ισχυρισμούς του πρώην μυστικοσυμβούλου του δικτάτορα Μεταξά - που τώρα έβαλλε απευθείας εναντίον ενός άλλου Μεταξά, του διευθυντού του πο­λιτικού γραφείου του βασιλιά, Αριστείδη ή Μπούλη -, άνθρωποι του Κατραμάτου αποπειράθηκαν να δωροδοκήσουν ορισμένους αξιωματικούς, μέλη του στρατοδικείου, και γι'αυτό ο αρχιστρά­τηγος άλλαξε δύο φορές τη σύνθεση του δικαστηρίου. Τελικά - πά­ντα κατά τον Διάκο -, ο Κατραμάτος πήρε χάρη και σώθηκε από το εκτελεστικό απόσπασμα, όχι χάρη στην επέμβαση του ΟΗΕ, όπως είχε πιστευτεί τότε, αλλά με επιμονή του Αριστείδη Μετα­ξά, που, ως διευθυντής του πολιτικού γραφείου του βασιλιά, έστει­λε, «καθυψηλήν βασιλικήν επιταγήν», όπως ανέφερε, έγγραφο στους τότε υπουργούς Στρατιωτικών Π.Κανελλόπουλο και Δικαιοσύνης Γ.Μελά, στον αρχιστράτηγο και στον διοικητή της ΑΣΔΑΝ, με το οποίο ζητούσε να ανασταλούν οι εκτελέσεις. Τελι­κά, δόθηκε χάρη στον Κατραμάτο και μειώθηκε η ποινή του σε πέντε χρόνια φυλακή. Στην ίδια επιστολή του ο Διάκος κατηγο­ρεί τον Πιπινέλη για μηχανορραφίες και ζητά να φύγει από τα Ανάκτορα ο Αριστείδης Μεταξάς, «ο οποίος εγνώριζε πολύ κα­λά τα περί Κατραμάτου, αφού ετέλει ο Κατραμάτος ενοικιαστής των εν Πειραιεί ψυγείων της συζύγου του».
Η επιστολή του Διάκου - που, σύμφωνα με καταγγελία του Πιπινέλη, ο πρώην μυστικοσύμβουλος της τεταρτοαυγουστιανής δικτατορίας την περιέφερε σε διάφορους επίσημους και ανε­πίσημους για πολύ καιρό, απειλώντας ότι θα την δημοσίευε, αν δεν απομακρυνόταν από τα Ανάκτορα ο Μπούλης Μεταξάς - προκαλεί, όπως ήταν φυσικό, σάλο. Ο Παύλος και η Φρειδερί­κη, που γνώριζαν πολύ καλά το θέμα - ο Μεταξάς δεν είχε κά­μει καμιά υποκλοπή υπογραφής -, ζητούν από την κυβέρνηση να επέμβει και να προστατεύσει τον Θρόνο. Ο Βενιζέλος και ο Πα­πανδρέου καλούνται στα Ανάκτορα, όπου έχουν μακρότατη συ­ζήτηση με τον Παύλο και τη Φρειδερίκη. Μόλις κατεβαίνουν από τα Ανάκτορα δίνουν στη δημοσιότητα την ακόλουθη κυβερνητι­κή ανακοίνωση:

«Εις τον ημερήσιον Τύπον εδημοσιεύθη επιστολή του πα­λαιού μυστικοσυμβούλου της Δικτατορίας, η οποία θίγει το ανεύθυνον του βασιλέως και αναμειγνύει ατύπως το κύρος του αρχιστρατήγου. Η κυβέρνησις αποδοκιμάζει το ανευλαβές δημοσίευμα και δηλοί ότι η απονομή της προ­νομίας της χάριτος εκ μέρους της A.M. του βασιλέως καλύπτεται πάντοτε από την ευθύνην της κυβερνήσεως»
Το ίδιο απόγευμα, ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι «τα περί υπο­κλοπής της υπογραφής του βασιλέως είναι ανυπόστατα». Ο Πιπινέλης δηλώνει:
«Δύναμαι αφόβως να αγνοήσω τον συγγραφέα του μυ­θιστορήματος και εκείνους οι οποίοι συνεργάζονται μετ'αυτού».
Και ο Μανιαδάκης, με δηλώσεις του, επικρίνει τον παλιό συ­νεργάτη του στη δικτατορία I.Διάκο και αποκηρύσσει και την ως τότε φιλική του εφημερίδα, που δημοσίευσε την επιστολή.
Είναι φανερό πως βρισκόμαστε μπροστά σε άγρια διαμάχη φατριών της Δεξιάς με διασυνδέσεις και με ξένες υπηρεσίες.
Οι διαψεύσεις και οι επικρίσεις δεν είναι ικανές να κάμουν τον Διάκο να σταματήσει. Η υπόθεση Κατραμάτου είναι απλό πρό­σχημα. Στην ουσία, πρόκειται για οργανωμένη εκστρατεία εναντίον του βασιλιά και της βασίλισσας, με... αρχιερείς τους παράγοντες της «κινήσεως Παπάγου». Χαρακτηριστικό είναι ότι, μέσα σ' όλο το σάλο, σιωπά ο - κατά τα άλλα ομιλητικότατος την περίοδο εκεί­νη - αρχιστράτηγος, ενώ τα όνομά του αναφέρεται πολλές φορές στην επιστολή Διάκου. Αλλά, αν δεν μιλά ο αρχιστράτηγος, μπαί­νει στον χορό ένας ιεραρχικά υφιστάμενος του, ο διοικητής της ΑΣΔΑΝ, αντιστράτηγος Τ.Παπαγεωργίου. Την άλλη μέρα ο αντιστράτηγος ανακοινώνει ότι πραγματικά έγιναν ορισμένες αλλαγές στη σύνθεση του στρατοδικείου που δίκασε τον Κατραμάτο, αλλά τις έκανε για υπηρεσιακούς λόγους αυτός, «ως ενασκών την ποινικήν αγωγήν, και όχι ο κ.αρχιστράτηγος». Και προσθέτει:
«Ανακοινούμεν επίσης ότι διά την εν λόγω δίκην και ανεμένοντο και εσημειώθησαν έμμεσοι απόπειραι τινές δω­ροδοκίας ενίων εκ των απαρτιζόντων το στρατοδικείον. Ουχ ήττον η ΑΣΔΑΝ ήτο βεβαία ότι τοιαύται ανήθικοι επεμ­βάσεις θα προσέκρουαν εις την αρετήν των Ελλήνων αξιω­ματικών».

Η ανακοίνωση του στρατηγού Παπαγεωργίου είναι διπλός αιφνιδιασμός για την κυβέρνηση και προσωπικά για τον πρωθυ­πουργό, που την ίδια μέρα έχει δηλώσει στον Τύπο ότι δεν υπάρ­χει κανένα θέμα ούτε για τον Αριστείδη Μεταξά ούτε για τον υπουργό Δικαιοσύνης. Διπλός αιφνιδιασμός γιατί ποτέ δεν έχει αναφέρει ο διοικητής της ΑΣΔΑΝ αυτή την τόσο σοβαρή καταγ­γελία στην κυβέρνηση και γιατί εκδίδει ξαφνικά μια τέτοια ανακοίνωση με την κάλυψη, όπως είναι φανερό, του αρχιστράτηγου. Ο Βενιζέλος καλεί αμέσως στο γραφείο του τον αντιστράτηγο Παπαγεωργίου, τον αρχηγό του ΓΕΣ και προσωπικό φίλο του Παπάγου, στρατηγό Κοσμά, και τον υφυπουργό Αμύνης Παπαμιχαλόπουλο για να εξετάσει την υπόθεση. Αλλά τώρα ο στρα­τιωτικός διοικητής απαντά με αοριστίες. Ο Βενιζέλος, που έχει γίνει «έξω φρενών», αναθέτει στον ταξίαρχο της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Κούκη να εξετάσει την υπόθεση. Αλλά κι εκείνος βγάζει σε 24 ώρες το πόρισμά του, αφού εξέτασε μόνο τον Πα­παγεωργίου: Ο διοικητής της ΑΣΔΑΝ είπε πως δεν θυμόταν τίπο­τε το συγκεκριμένο για απόπειρες δωροδοκίας, γιατί πέρασε και­ρός από τότε και δεν είχε υποβληθεί καμιά γραπτή καταγγελία. (Και όμως, είχε παρέμβει αυτός, ολόκληρος στρατηγός, με μια βαρύγδουπη ανακοίνωση, σε μια υπόθεση που είχε πάρει σοβα­ρές πολιτικές διαστάσεις!) Ύστερα από αυτό και ο ταξίαρχος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης αποφαίνεται ότι «παρέλκει πάσα πε­ραιτέρω εξέτασις της υποθέσεως».
Στις 2 Μαρτίου, το θέμα συζητείται στη Βουλή. Ο Κανελλόπου­λος, που ήταν υπουργός των Στρατιωτικών όταν καταδικάστηκε ο Κατραμάτος, επιβεβαιώνει ότι η εντολή για να δοθεί χάρη στον με­γαλέμπορο του Πειραιά δόθηκε από τα Ανάκτορα, αλλά ο ίδιος αναλαβαίνει τις ευθύνες. Ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, που ήταν υπουργός Δικαιοσύνης, αναλαβαίνει «την πλήρη πολιτικήν και ποινικήν ευθύνην». Και εξηγεί ότι δέχτηκε να δοθεί χάρη στον Κατραμάτο, γιατί ο «υιός του εμπόρου υπηρετούσε εις το Βίτσι και την τηλεγραφικήν έκκλησιν προς τον βασιλέα περί μη εκτελέσεως του πατρός του εί­χε αποστείλει από την πρώτην γραμμήν του πυρός».
Ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι είναι ανυπόστατα όσα γράφει στην επιστολή του ο Διάκος, ότι ο βασιλιάς, κατά το Σύνταγμα, εί­ναι ανεύθυνος και ότι «ήλεγξε τον αντιστράτηγο Παπαγεωργίου», γιατί η ανακοίνωση του είχε πολιτικό περιεχόμενο. Ο Σοφιανόπουλος και ο Σβώλος, που αναπτύσσει και τη συνταγματική πλευρά του θέματος, καταδικάζουν επίσης το δημοσίευμα, ως επιβουλή κατά των δημοκρατικών θεσμών. Ο Γ.Παπανδρέου το­νίζει ότι το δημοσίευμα είναι τέχνασμα και ότι «ο παλαιός μυστικοσύμβουλος της δικτατορίας, ο οποίος εμφανίζεται σήμερον ως διευθύνων σύμβουλος νέας δικτατορικής επιχειρήσεως», υπη­ρετεί άλλους σκοπούς.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διάταξη των δυνάμεων στη Βουλή, σχετικά με την υπόθεση Κατραμάτου, στην ουσία στην εκ­στρατεία κατά των Ανακτόρων. Όχι μόνο το Κέντρο, αλλά και η μετριοπαθής Αριστερά βρίσκονται, στη συγκεκριμένη περίπτω­ση, στο πλευρό του βασιλιά, ενώ βάλλει, άμεσα ή έμμεσα, ενα­ντίον του ένα σημαντικό μέρος της Δεξιάς. Είναι φανερό πως γί­νεται κάποιος μεγάλος εκβιασμός, όχι μόνο από ελληνικούς παράγοντες, για να υποταγούν απόλυτα τα Ανάκτορα στα σχέδιά τους και να διαιωνιστεί το κλίμα του εμφυλίου σπαραγμού, που εξυπηρετεί ορισμένα συμφέροντα. Αυτό το καταλαβαίνουν, ή το διαισθάνονται μόνο, οι φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί ηγέ­τες. Εξάλλου, τον Παπάγο και τους εμπνευστές της «κινήσεώς» του τους εξυπηρετεί να εμφανίζονται εχθροί των «κατεστημένων συμφερόντων» και της «ολιγαρχίας του πλούτου». Αυτός ο λαϊ­κισμός, ιδιαίτερα σε θέματα... ισότητας στο εκτελεστικό από­σπασμα, ήταν ένα καλό όπλο προπαγάνδας απευθυνόμενης κυ­ρίως στους κατώτερους αξιωματικούς και στους «μικρούς εθνικόφρονες», που είχαν υποστεί, από τη μεριά τους, τα βάρη και τις θυσίες του Εμφυλίου Πολέμου.
Αλλά ο Παύλος και η Φρειδερίκη δεν μένουν ικανοποιημένοι από το γεγονός ότι ο πολιτικός κόσμος στην πλειοψηφία του απο­δοκίμασε την εναντίον τους επίθεση. Ο βασιλιάς εμφανίζεται ο ίδιος στο προσκήνιο, με συνέντευξή του σε πρωινή εφημερίδα, για να υποστηρίξει τους αυλικούς του.

«Δεδομένου ότι το δημοσίευμα - λέει στη συνέντευξή του ο Παύλος - αναφέρεται κατά το πλείστον εις γεγονότα των οποίων είναι φυσικόν να έχω εγώ μόνον άμεσον αντίληψιν, ευχαρίστως δύναμαι να σας απαντήσω ότι πρόκειται περί ανακριβειών και ατυχών συλλογισμών. Πιστεύω ότι διά τα πρόσωπα τα οποία αποτελούν τους αμέσους συνεργάτας μου, εν τω οίκω μου, εγώ μόνον είμαι αρμόδιος να κρίνω, ουδέ εννοώ ανάμειξιν ή υπόδειξιν τρίτων». (Ελευθερία, 25 Μαρτίου 1951.)

Και αυτά τα τόσο αυταρχικά και κατηγορηματικά λόγια του, ο βασιλιάς θα υποχρεωθεί γρήγορα να τα πάρει πίσω, όταν θα ανα­γκαστεί, όπως θα δούμε, να αντικαταστήσει τους αυλικούς του.
Στις 3 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός επισκέπτεται τον αρχι­στράτηγο και έχει μαζί του συνομιλία - όπως ανακοινώθηκε - για το θέμα ακριβώς που προκάλεσε σάλο. Αλλά και πάλι ο τόσο πρό­θυμος σε συνεντεύξεις στρατάρχης δεν θα ανακοινώσει τίποτε. Το 1972, ύστερα, δηλαδή, από είκοσι ένα χρόνια, ο στρατηγός Γωγούσης, τότε «εξ απορρήτων» του αρχιστράτηγου (ήταν υπασπιστής του και τον είχε χρησιμοποιήσει ο Παπάγος στην οργά­νωση των «αναμορφωτηρίων» της Μακρονήσου), σε επιστολή του προς πρωινή εφημερίδα, γράφει:
«Η αλήθεια επί της υποθέσεως ταύτης είναι ότι πράγματι εγένετο έμμεσος απόπειρα δωροδοκίας και προς τους στρατοδίκας και προς τον υποφαινόμενον διά την μετατροπήν της ποινής του. Τούτο ανέφερα αμέσως εις τον στρατάρχην, όστις ανέφερε το γεγονός τούτο εις τον βασι­λέα και ηξίωσεν όπως από την τότε κυβέρνησιν διενεργηθή ανάκρισις μη πραγματοποιηθείσα. Η μετέπειτα "υψη­λή επιταγή" ανασταλείσα θανατική εκτέλεσις του εμπόρου του Πειραιώς εψύχρανεν και πάλιν τας σχέσεις βασιλέως Παύλου και στρατάρχου Παπάγου, διότι η ενέργεια αύτη εθεωρήθη ότι ήτο αντίθετος προς τον διεξαγόμενον τότε αιματηρόν αγώνα υπό του στρατού, ο οποίος εδέχετο τας δολοφονικάς επιθέσεις των συμμοριτών». (Ακρόπολις, Αύ­γουστος 1972.)
Σε λίγες μέρες, δημιουργείται νέο θέμα ανάμεσα στον βασι­λιά και στον αρχιστράτηγο: Στις 8 Μαρτίου, αποστρατεύονται οι αντιστράτηγοι Κ.Βεντηρης, γενικός επιθεωρητής του στρα­τού, Γ.Κοσμάς, αρχηγός του ΓΕΣ, Παπαγεωργίου, Καλογερό­πουλος και πέντε υποστράτηγοι. Γενικός επιθεωρητής γίνεται ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος και αρχηγός του ΓΕΣ ο Π.Γρηγορόπουλος. Ο βασιλιάς εκδηλώνει την πρόθεση να προσλάβει τον Κ.Βεντήρη, αδελφό του συμβούλου του, ιστορικού Γ.Βεντήρη, ως αρχηγό του Στρατιωτικού του Οίκου. Ο Παπάγος όμως, που αντιπαθεί τον Κ.Βεντήρη και τον θεωρεί εχθρό του, αντιτάσσε­ται, με το πρόσχημα ότι στη θέση αυτή πρέπει να τοποθετηθεί «εν ενεργεία» αντιστράτηγος. Η διαμάχη Ανακτόρων - αρχιστρατήγου οξύνεται...