Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Απόδραση

Την Κυριακή 17 Ιουλίου 1955, το βράδυ, ο κόσμος μαθαίνει από το ραδιόφωνο μια εντυπωσιακή είδηση: Το μεσημέρι απέδρασαν από τις φυλακές Βούρλων του Πειραιά 27 στελέχη του ΚΚΕ. Οι 21 είναι υπόδικοι για παράβαση του Α.Ν. 375 από το 1954 και οι έξι καταδικασμένοι την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Έναν μόνο από τους 27 κατόρθωσαν να πιάσουν αμέσως οι αστυνομι­κοί στον Πειραιά.

Περισσότερες λεπτομέρειες θα πληροφορηθεί η κοινή γνώμη την άλλη μέρα, από τις απογευματινές εφημερίδες: Οι 27 πολιτικοί κρα­τούμενοι, ανάμεσα στους οποίους είναι και μηχανικοί, σπουδα­στές του Πολυτεχνείου κ.λ.π., άνοιξαν σήραγγα 17,5 μέτρων κά­τω από τον δρόμο και βγήκαν στα λουτρά ενός εργοστασίου που βρισκόταν απέναντι από την πλευρά εκείνη της φυλακής. Για να μη λερωθούν τα ρούχα τους και αναγνωρίζονται εύκολα, έχουν συρθεί στη σήραγγα με τις πιτζάμες πάνω από τα κοστούμια τους. Βγαίνοντας στο φως άφηναν τις πιτζάμες στα λουτρά του εργο­στασίου και εξαφανίζονταν. Ήταν δυόμισι η ώρα μεσημέρι, όταν βγήκε και ο τελευταίος από τη σήραγγα. Εκείνη την ώρα δεν υπήρ­χε προσωπικό στο εργοστάσιο. Η κόρη του φύλακα είδε μερικούς άγνωστους κυρίους να βγαίνουν από τα λουτρά και πήγε να φωνάξει τον πατέρα της. Ώσπου όμως εκείνος να ειδοποιήσει το αστυνομικό τμήμα που ήταν κοντά στις φυλακές, οι δραπέτες εί­χαν εξαφανιστεί. Και, παίρνοντας λεωφορεία ή ταξί, χάθηκαν σε διάφορα σημεία της περιοχής πρωτευούσης.

    Ήταν ένα ισχυρό ράπισμα για την κυβέρνηση και ιδιαίτερα για τον υφυπουργό Ασφαλείας, που διεκήρυσσε, σχεδόν κάθε μέρα, την παντοδυναμία του μηχανισμού των υπηρεσιών ασφαλείας του κράτους και τη «συντριβή των κομμουνιστών». Αλλά ήταν και μια ενέργεια που προκάλεσε πολλές αμφισβητήσεις, αφού θα αποτελούσε το πρόσχημα για νέες διώξεις και ταλαιπωρίες για τους αριστερούς. Αμέσως μετά την απόδραση, κινητοποιούνται η κυβέρνηση και ο αστυνομικός μηχανισμός. Γίνονται συσκέψεις 11, των υπουργών Εσωτερικών, Ασφαλείας και Δικαιοσύνης με τους αρμόδιους παράγοντες και διατάσσονται γενική επιφυλακή και εξόρμηση της αστυνομίας για να ανακαλυφτούν και να πιαστούν οι δραπέτες. Δύο χιλιάδες αστυνομικοί και το μηχανοκίνητο «χτε­νίζουν» επί μέρες και νύχτες την Αθήνα, τον Πειραιά και τα πε­ρίχωρα, ερευνούν σπίτια συγγενών και δραπετών και γνωστών αριστερών, χτυπούν τσιμέντα, γκρεμίζουν μάντρες ή χαλούν παρ­τέρια σε κήπους μήπως ανακαλύψουν κάποια κρύπτη.

    Το άμεσο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι να πιαστούν οι 26 - ένας, όπως είδαμε, πιάστηκε τις πρώτες ώρες μετά την απόδραση. Αν η αστυνομία κατόρθωνε να πιάσει γρήγορα τους περισσότερους, αν όχι όλους τους δραπέτες των Βούρλων, η εντύπωση θα μειωνόταν και το κύρος του κρατικού μηχανισμού, που είχε δεχτεί σοβαρό πλήγμα, θα αναστυλωνόταν.

    Το δεύτερο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι να εξακριβω­θούν πώς έγινε η απόδραση και αν υπήρξαν και συνένοχοι από το προσωπικό των φυλακών ή έξω από αυτές. Πώς, για μήνες ολό­κληρους, οι κρατούμενοι έσκαβαν τη σήραγγα χωρίς να υποψια­στούν τίποτε ούτε οι φύλακες, ούτε η φρουρά; Πώς, για ώρες, άδειαζαν ολόκληρα κελιά των φυλακών και κρατούμενοι εξαφα­νίζονταν κάτω από τη γη, χωρίς πάλι να μυριστεί κανένας από τους φύλακες ή τους φρουρούς χωροφύλακες τίποτε; Πού πήγαν οι τόνοι το χώμα και οι πέτρες, που είχαν αφαιρεθεί για να γίνει η σήραγγα;

    Το Υπουργείο Δικαιοσύνης διατάσσει ανακρίσεις και τιμωρεί πειθαρχικά τον αρχιφύλακα και μερικούς φύλακες των φυλακών Βούρλων. Δύο από τους φύλακες, που κινδυνεύουν να τιμωρη­θούν επίσης και να προφυλακιστούν, βλέποντας πως καταστρέ­φεται η καριέρα τους, παθαίνουν νευρική κρίση και κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας.

(Λεπτομέρειες για την απόδραση των Βούρλων βλέπε στα βι­βλία: Θ.Βασιλόπουλου, Η απόδραση των Βούρλων, Εκδόσεις Διά­λογος 1975. Και Β.Βαρδινογιάννη, Πώς αποδράσαμε από τα Βούρλα, Θεμέλιο 1976. Καθώς και στις έρευνες των Γιάννη Φάτση στο Βήμα, 18-31 Ιανουαρίου 1976 και Κώστα Λιναρδάτου, Οι Μεγάλες Αποδράσεις, στα Νέα, 9-12 Σεπτεμβρίου 1977, όπου και πα­ράθεση όλων των πηγών για το θέμα.)