«Χειρ Παπανδρέου»
Οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβερνήσεως, που διαβάζει ο Πλαστήρας στη Βουλή, στις 24 Απριλίου, αποτελούν ένα συγκερασμό απόψεων των διαφόρων κομμάτων του συνασπισμού του Κέντρου, με κυριαρχία όμως, τουλάχιστον στο ιδεολογικό χρώμα, της γραμμής και της γραφίδας Παπανδρέου. Στην αρχή, ο Πλαστήρας απευθύνει «χαιρετισμόν ευγνωμοσύνης προς τα γενναία τέκνα του ελληνικού λαού, τα οποία, υπό την έμπνευσιν του βασιλέως και την αξίαν των ηγεσίαν, με τον ηρωισμόν και την αυτοθυσίαν των, εδόξασαν την Πατρίδα και έσωσαν την εθνικήν ανεξαρτησίαν και τας δημοκρατικάς μας ελευθερίας», αναφέρεται στις θυσίες του αγροτικού κόσμου, «ο οποίος υπέστη την κόλασιν του συμμοριτισμού» και εξέφρασε «την θερμήν ευγνωμοσύνην του έθνους» για την «ηθικήν συμπαράστασιν και την υλικήν βοήθειαν των μεγάλων συμμάχων μας».
Στην εξωτερική πολιτική, τονίζει την προσήλωση της Ελλάδος στις δυτικές Δημοκρατίες και στον ΟΗΕ και στην επιθυμία της για καλές σχέσεις με όλες τις χώρες, και ιδίως με τις γειτονικές. «Θεωρούμεν υπέρτατον χρέος μας – προσθέτει - την ακάματον σταυροφορίαν διά την επάνοδον των 28.000 Ελληνοπαίδων».
Σχετικά με την εσωτερική πολιτική, υπογραμμίζει ότι δεν θα χαλαρωθούν τα μέτρα ασφαλείας και δημοσίας τάξεως, γιατί «ξενοκίνητος υπήρξεν ο συμμοριτισμός και έντασις, δυστυχώς, υφίσταται εις τας διεθνείς σχέσεις», υπόσχεται όμως ισοπολιτεία, αναθεώρηση των δικών της περιόδου 1946-49, απόδοση δικαιοσύνης, «αμνήστευσιν των μεταμελημένων», και συνεχίζει:
«Αλλ'όσον είμεθα πρόθυμοι εις τηv ευρείαν εφαρμογήν μέτρων επιεικείας υπέρ των θυμάτων, τόσον αρνούμεθα την αμνηστίαν, η οποία θα περιελάμβανε τα ηγετικά, εγκληματικά και αμετανόητα στελέχη του συμμοριτισμού, τα οποία μάλιστα, ακόμη και μετά την στρατιωτικήν συντριβήν των, ουδέποτε ωμολόγησαν την ήτταν των, αλλά διεκήρυξαν επισήμους ότι δεν διακόπτουν οριστικώς, αλλ'απλώς αναβάλλουν τον ένοπλον αγώνα εναντίον της ελληνικής πατρίδος, και έδωκαν και εντολάς εις τα διεσπαρμένα λείψανά των όπως συνεχίσουν την υπονόμευσιν του έθνους (...). Τόσον εις το εσωτερικόν όσον και εις το εξωτερικόν της χώρας ηκούσθησαν κατηγορίαι διά βιαιοπραγίας αι οποίαι έλαβον ενδεχομένως χώραν εναντίον κρατουμένων. Η κυβέρνησις διέταξε σχετικώς αυστηράς ανακρίσεις. Παρέχομεν την βεβαίωσιν ότι δεν πρόκειται να επιτραπή εναντίον οιωνδήποτε κρατουμένων η χρήσις βίας. Εις τα ελεύθερα καθεστώτα υπάρχει όχι η βία, αλλά ο Νόμος».
Η κυβέρνηση υπόσχεται επίσης ηθικό καθαρμό, αποκάλυψη των σκανδάλων, προτεραιότητα στην Παιδεία, Κράτος Δικαίου, αυτοδιοίκηση, αποκέντρωση, δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, φορολογική δικαιοσύνη, αύξηση του εθνικού εισοδήματος και δικαία κατανομή του, περιορισμό του ελλείμματος του προϋπολογισμού, αυστηρές οικονομίες, βελτίωση του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών με αύξηση των εξαγωγών, προώθηση της εκβιομηχανίσεως, κατάργηση της γραφειοκρατίας, κοινωνικές ασφαλίσεις για τους αγρότες, στεγαστικά προγράμματα για τον πληθυσμό της υπαίθρου, τους δημοσίους υπαλλήλους και τους αξιωματικούς κ.λπ.
Μεγάλη συζήτηση και αντεγκλήσεις για την εξωτερική πολιτική της χώρας προκαλεί η αγόρευση στη Βουλή του Γιάννη Σοφιανόπουλου, ο οποίος μίλησε ως αρχηγός κόμματος, δεδομένου ότι εκπροσωπούσε δέκα βουλευτές (τους έξι των Αριστερών Φιλελευθέρων, τον ανεξάρτητο Δίον.Χριστάκο κ.λ.π. Οι υπόλοιποι οχτώ της Δημοκρατικής Παρατάξεως είχαν δηλώσει ότι ανήκουν στο ΣΚΕΛΔ). Ο Σοφιανόπουλος, σε διάλογο με τον Βενιζέλο, τον Τουρκοβασίλη και τον Ρέντη ζητά να συμφιλιωθεί η Ελλάδα με τη Σοβιετική Ένωση:
«.. .διότι αργά ή γρήγορα οι δύο κόσμοι θα οδηγηθούν εις συνεννόησιν και η Ελλάς θα ευρεθεί τότε εις δύσκολον θέσιν».
Ο Σοφιανόπουλος χαρακτηρίζει πρόοδο την κυβέρνηση Πλαστήρα, αλλά ζητά να χορηγήσει Γενική Αμνηστία.
Πιο επικριτικός για την κυβέρνηση είναι ο πρόεδρος του ΣΚΕΛΔ Αλέξανδρος Σβώλος, που λέει ότι το Κράτος του Δικαίου δεν συμβιβάζεται με τα έκτακτα μέτρα και το στρατόπεδο της Μακρονήσου, ενώ ο Ηλίας Τσιριμώκος καταθέτει πρόταση νόμου για την κατάργηση του ΟAM.
Η κυβέρνηση τελικά παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής με σημαντική διαφορά από την αντιπολίτευση (140 υπέρ, 99 κατά). Εναντίον της κυβερνήσεως ψηφίζει το Λαϊκό Κόμμα, το ΠΑΠ των τεταρτυαυγουστιανών και η Αριστερά, ενώ υπέρ, εκτός από τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, ψηφίζουν το κόμμα του Ζέρβα, η Αγροτική Ομάδα, ο μοναδικός εκπρόσωπος του Νέου Κόμματος στη Βουλή, Ανδρέας Στράτος, και μερικοί ανεξάρτητοι. Η κυβέρνηση βγαίνει ισχυρή από τη συζήτηση, που έχει κρατηθεί σε υψηλό επίπεδο, και από την ψηφοφορία. Αλλά η αδυναμία της, ο «κρυφός εχθρός», που θα την διαλύσει, βρισκόταν στους κόλπους της.
Λίγο πριν από την ψηφοφορία, ο Πλαστήρας αναγγέλλει στη Βουλή την απόφαση του Βελιγραδίου και των Αθηνών ν' ανταλλάξουν πρεσβευτές, αποκαθιστώντας έτσι τις διπλωματικές σχέσεις τους στο παλιό επίπεδο. Ένας από τους σκοπούς για τους οποίους οι Σύμμαχοι ήθελαν πρωθυπουργό τον Πλαστήρα αρχίζει να εκπληρώνεται.
Το εθνικό εισόδημα, μερικούς μήνες μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, έχει ξεπεράσει το προπολεμικό. Αλλά και στο σημείο αυτό οι αριθμοί δεν μπορούν να αποδώσουν την πραγματικότητα. Οι πραγματικές αποδοχές των εργαζομένων, τα εισοδήματα των φτωχών αγροτών είναι κάτω από τα προπολεμικά. Και η κατάσταση των εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων και συνταξιούχων είναι άθλια. Στις αρχές Μαΐου, ξεσπά σε ολόκληρη τη χώρα μεγάλη απεργία των μαθητών των Γυμνασίων, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εισφορά που τους έχει επιβληθεί (220.000 δραχμές της εποχής εκείνης) για να πληρωθούν τα έκτακτα επιδόματα των καθηγητών. Σε λίγες μέρες κατεβαίνουν σε απεργία και οι φοιτητές, διαμαρτυρόμενοι για την αύξηση των διδάκτρων. Στη συγκέντρωση που οργανώνουν στο προαύλιο του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι φοιτητές φώναζαν: «Να σπουδάσουν κι οι φτωχοί».
Αλλά την κυβέρνηση την συνταράζει η απεργία των δημοσίων υπαλλήλων, που κηρύσσεται στις 20 Μαΐου, με αίτημα τη μισθολογική αναπροσαρμογή. Οι Αμερικανοί, υποστηρίζοντας ότι πρέπει με όλα τα μέσα να ανακοπεί ο πληθωρισμός, απαγορεύουν στην κυβέρνηση να κάνει αυξήσεις και αποδίδουν τις απεργίες σε υποκίνηση της δεξιάς και της αριστεράς αντιπολιτεύσεως, που θέλουν να ανατρέψουν τον Πλαστήρα. Το πιθανότερο είναι ότι υπάρχει και υποκίνηση. (Εκείνη την εποχή σημειώνονται και αρκετές απεργίες εργατών, και το ΚΚΕ διακηρύσσει ότι είναι επικεφαλής αυτών των αγώνων. Σαράντα χρόνια... σ. 591-604. Οι διακηρύξεις αυτές, όπως συνήθως, έχουν αρκετή δόση υπερβολής, δεδομένου ότι οι οργανώσεις της Αριστεράς ήταν γενικά αδύνατες ή ανύπαρκτες εκείνη την εποχή.) Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Δεξιά κινείται κυρίως ανάμεσα στους δημοσίους υπαλλήλους. Αλλά καμιά υποκίνηση δεν μπορούσε να έχει σοβαρά αποτελέσματα αν δεν υπήρχαν ζωτικά αιτήματα και αγανάκτηση του λαού για τη δική του δυστυχία και για τη συγκέντρωση πλούτου σε λίγα χέρια. Ο απεσταλμένος της Κρίστιαν Σάιανς Μόνιτορ Τζότζεφ Χάρισον γράφει, στις αρχές Απριλίου:
«Το πρώτον μέτρον που πρέπει να ληφθή είναι να ευρεθούν μέσα όπως καμφθή ο αληθώς αρπακτικός εγωισμός των ανθρώπων των Αθηνών (...). Ούτοι αποτελούνται από 5.000 περίπου πολιτικούς, βιομηχάνους και εισαγωγείς οι οποίοι κυβερνούν την χώραν και οι οποίοι εκ συστήματος και με αναισθησίαν απομυζούν τον πλούτον της χώρας, είτε ούτος παράγεται εντός αυτής είτε στέλλεται από τας ΗΠΑ. Αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι υπενόμευαν την προσπάθειαν της κυβερνήσεως χρησιμοποιούντες εις τα αυτοκίνητά των την βενζίνην την προοριζομένην διά τα τρακτέρ που χρειάζονται διά την παραγωγήν τροφίμων εις την Ελλάδα. Αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι εκραύγαζαν πατριωτικά συνθήματα, ενώ ηρνούντο να πληρώσουν φόρους ή να συμμετάσχουν εις τας απώλειας που απαιτούσε η νίκη, και οι οποίοι είχαν καταθέσει τα χρήματά των εις Τραπέζας της Ν. Υόρκης, της Αιγύπτου και της Ελβετίας. Οι άνθρωποι αυτοί εσώθησαν από τους κομμουνιστάς χάρις εις την αμερικανικήν βοήθειαν...». (ΤοΒήμα,6 Απριλίου 1950.)