Η συζήτηση στη Βουλή κρατά αρκετές μέρες. Ο νέος υπουργός Συντονισμού Π.Παπαληγούρας ισχυρίζεται ότι, όταν έφυγε ο Μαρκεζίνης από την κυβέρνηση, δεν βρέθηκαν αντίγραφα των συμφωνιών και των επιστολών ούτε στο Υπουργείο Συντονισμού, ούτε στο Υπουργείο Εξωτερικών. (Η κατηγορία κατά του Μαρκεζίνη, ότι εξαφάνισε τα αντίγραφα επισήμων εγγράφων, βαρύτατη και μένει να αιωρείται για αρκετό διάστημα. Τελικά, οι συμφωνίες και οι επιστολές θα βρεθούν στα συρτάρια του Υπουργείου Εξωτερικών. Δεν θα διευκρινιστεί όμως επίσημα ποτέ αν είχε γίνει λάθος ή μήπως διπλωματικοί υπάλληλοι είχαν πάρει μέρος στην προσπάθεια να πληγεί ο Μαρκεζίνης πολιτικά και ηθικά.)
Ο Καραθόδωρος, πρώην υπουργός, διακόπτοντας τον Παπαληγούρα και κάνοντας υπαινιγμό στο γεγονός ότι ο Βουλπιώτης έχει συνεργαστεί με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής, λέει:
- Φθάσατε να συζητήτε με τον Βουλπιώτη (...). Δεν έχομεν τώρα παρά να καλέσωμεν και τα Ες Ες. Επί 20 μήνας που ήμουν υπουργός των Συγκοινωνιών, ούτε εγνώρισα ούτε με εγνώρισε ο κ.Βουλπιώτης, όστις σήμερον ποιεί τας διατριβάς του εις το Υπουργείον Συγκοινωνιών.
Ο Παπαληγούρας, συνεχίζοντας την αγόρευση του, κατηγορεί τον Μαρκεζίνη ότι πήγε και ζήτησε 200 εκατομμύρια δολάρια αντί των 100 που μας είχαν υποσχεθεί οι Γερμανοί και από τις πιστώσεις αυτές, ύστερα από ένα χρόνο, δεν έχει απορροφηθεί ούτε μία δραχμή. Και εκφράζει την απορία του πώς «νομικός της εγκράτειας του κ.Μαρκεζίνη, νομικός τόσον σοφός ισχυρίζεται ότι είδε οπουδήποτε της παγκοσμίου φιλολογία γίνεται λόγος περί μιας ιδιότυπου συμβάσεως, η οποία δεν είναι ούτε μεταξύ ιδιωτών και κράτους, ούτε μεταξύ δύο ιδιωτών, αλλά μεταξύ δύο υπουργών, ως υπουργών και όχι μελών της κυβερνήσεως των;».
Ο Γ.Παπανδρέου κατηγορεί την κυβέρνηση ότι από αίσθημα μειονεκτικότητας έβαλε τον Δυτικογερμανό πρεσβευτή να διατυπώσει γραπτά τις απόψεις της κυβερνήσεως του για δεσμεύσεις, ενώ, αν πίστευε ότι δεν υπήρχε δέσμευση, έπρεπε να παραμείνει στις απόψεις της. Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων κατηγορεί τον Μαρκεζίνη ότι παρουσίασε τον Έρχαρτ ότι εκβίαζε, εκφράζει την κατάπληξη του γιατί ο Καψάλης, προτού να τελειώσει σχετικός διαγωνισμός, ανακοίνωσε στους ενδιαφερόμενους Γερμανούς ότι θα πάρουν αυτοί την παραγγελία για την κατασκευή διυλιστηρίων, επικρίνει τον Παπάγο γιατί είχε δώσει απεριόριστες εξουσίες στον πρώην επιτελή του Συναγερμού, και τονίζει:
«Δεν υπάρχει προηγούμενον εις την ιστορίαν της χώρας κατά το οποίον μέλη της κυβερνήσεως να στρέφονται εναντίον αλλήλων και να καταλογίζουν εναντίον αλλήλων τόσο βαρυτάτας κατηγορίας. Εάν αι δύο ομάδες του Συναγερμού αγωνίζονται σήμερον διά να καταλογίσουν αμοιβαίως ευθύνας και διά να κάμουν τον καταμερισμόν των, όμως και η αντιπολίτευσις και ο ελληνικός λαός δεν απασχολούνται με τον καταμερισμόν των ευθυνών. Απασχολούνται με την άθροισιν των ευθυνών, και η άθροισις των ευθυνών ονομάζεται χρεωκοπία του Συναγερμού». (ΠρακτικάΒουλής, 25 Νοεμβίου 1954.)
Τέλος, επικρίνει την κυβέρνηση ότι εκτελεί με μεγάλη βραδύτητα το πρόγραμμα για την ανασυγκρότηση της χώρας, ότι είναι υπεύθυνη για την πτώση του βιοτικού επιπέδου του λαού, ότι αύξησε τους φόρους και δημιούργησε επικίνδυνη κατάσταση στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών της χώρας. Το συμπέρασμα του αρχηγού των Φιλελευθέρων είναι ότι πρέπει να επιταχυνθούν οι εκλογές για να φύγει από την κυβέρνηση ο Συναγερμός.
Οι αλληλοκατηγορίες ανάμεσα στους πρώην συνεργάτες στην κυβέρνηση Παπάγου γίνονται ακόμα βαρύτερες στην τρίτη συνεδρίαση της Βουλής για το θέμα των επιστολών, όταν ο Π.Κανελλόπουλος εξαπολύει επίθεση κατά των Μαρκεζίνη και Καψάλη και τους επικρίνει ότι δεν αξιοποίησαν τις γερμανικές πιστώσεις και ότι δεν έκαναν τίποτε για την ανασυγκρότηση της χώρας. Η αντιπολίτευση προτείνει και η κυβέρνηση δέχεται να συσταθεί εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή για την υπόθεση των επιστολών. Η κυβέρνηση βάζει θέμα εμπιστοσύνης. Όπως δείχνει η ψηφοφορία, η μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών του Συναγερμού μένει πιστή στο κόμμα της: 205 βουλευτές δίνουν θετική ψήφο, 70 καταψηφίζουν την κυβέρνηση και ένας ρίχνει λευκή. Οι μαρκεζινικοί περνούν τώρα στην αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση διατηρεί άνετη πλειοψηφία. Μπορεί να εξαντλήσει την τετραετία. Στην πραγματικότητα όμως η συνοχή της έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα. Ο μύθος της «αρραγούς ενότητος» του Συναγερμού έχει διαλυθεί. Και οι δημοτικές εκλογές έχουν αποδείξει ότι η πλειοψηφία του λαού είναι δυσαρεστημένη με την κυβερνητική πολιτική.
Η πτώση του Συναγερμού έχει αρχίσει. Αλλά, αυτή την εποχή, συμβαίνει και κάτι άλλο, που η κοινή γνώμη θα το πληροφορηθεί πολύ αργότερα: Έχει αρχίσει και η κατάρρευση της υγείας του Παπάγου, που με το στραταρχικό κύρος του έχει αποτελέσει τη συγκολλητική δύναμη της Δεξιάς.