Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Δίκη Μπελογιάννη
Στις 15 Φεβρουαρίου, αρχίζει στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθη­νών η δίκη των Μπελογιάννη, Μπάτση κ.λ.π., που θα προκαλέ­σει σάλο στην Ελλάδα και συγκίνηση στο εξωτερικό όση περί­που και η υπόθεση Ρόζεμπεργκ στην Αμερική. Οι παρόντες κατηγορούμενοι είναι 29, δεκάδες οι συνήγοροι υπερασπίσεως. Κεντρικό πρόσωπο στη δίκη, ο Νίκος Μπελογιάννης, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ. Τριάντα εφτά χρόνων, μελα­χρινός, ντυμένος άψογα, συχνά ελαφρά αξύριστος, μ'ένα γα­ρίφαλο κόκκινο στο χέρι, παρακολουθεί με προσοχή, αλλά και ψυχραιμία τη διαδικασία. Κρατά σημειώσεις, υποβάλλει κα­μιά φορά ερωτήσεις στους μάρτυρες και φαίνεται ήρεμος και αποφασισμένος για τη μεγάλη στιγμή, χωρίς αυταπάτες για την τύχη που τον περιμένει. Βασικό πρόσωπο στη δίκη είναι και η Έλλη Ιωαννίδου, επίσης επίμονη στις θέσεις της. Αλλά το τραγικό πρόσωπο στη δίκη είναι ο Δημήτρης Μπάτσης, ο δικη­γόρος και οικονομολόγος. Έχει λυγίσει μπροστά στην απειλή του θανάτου, προσπαθεί να σώσει τη ζωή του με σειρά από ομολογίες για τη δράση του και αποκηρύξεις των ιδεών του, αλλά, ταυτόχρονα, φροντίζει να κάνει το «λιγότερο δυνατό κα­κό» στους συντρόφους του. Πρόεδρος του στρατοδικείου εί­ναι ο αντιστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Σίμος, β.επίτροπος ο συνταγματάρχης Αθανασούλης. Πρώτοι μάρτυρες κατηγορίας εξετάζονται ο διοικητής της Γενικής Ασφάλειας Θ.Ρακιντζής και ο ταξίαρχος Π.Νικολόπουλος, που αναφέρεται ως αρχηγός της Υπηρεσίας Πληροφοριών του ΓΕΣ, αλλά ήταν και επικεφαλής της καθοδηγούμενης από τον Παπάγο και τη CIA ΚΥΠΕ. Ακολουθούν πενήντα ακόμα αξιωματικοί της αστυ­νομίας. Όλοι καταθέτουν λεπτομέρειες για τη δράση των κα­τηγορουμένων, αλλά δεν παραλείπουν ν'αναφερθούν και στην ιστορία του ΚΚΕ, όπως την έχουν μάθει στις διάφορες σχολές. Ορισμένοι καταθέτουν για τον Μπάτση ότι δεν είναι ειλικρινής η μεταμέλειά του και ότι, κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, ομολογούσε μόνο εκείνα τα στοιχεία που αντιλαμβανόταν ότι ήδη γνώριζαν οι Αρχές. Συγκεκριμένα, ανέφεραν ότι, ενώ ήξε­ρε πού κρυβόταν ο Πλουμπίδης, το είπε πολύ αργά, ώστε να του δώσει καιρό να πάρει τα μέτρα του, να φύγει από εκείνο το σπίτι και να κρυφτεί αλλού.
Ενώ συνεχίζεται η δίκη, στο εσωτερικό ξεσπά πολιτικός σά­λος γύρω από την υπόθεση και στο εξωτερικό αρχίζει κινητοποίη­ση για να σωθούν οι κατηγορούμενοι από τον θάνατο. Ο Τύπος της Δεξιάς κατηγορεί τον υπουργό Εσωτερικών ότι έχει αποκρύ­ψει στοιχεία από το δικαστήριο.
Ο Ρέντης απαντά, με δηλώσεις του, ότι έχουν δοθεί όλα τα στοιχεία, εκτός από μερικά που αποτελούν μυστικά του κρά­τους και θ'αποκαλυφτούν μόνο όταν τελειώσουν οι σχετικές ανακρίσεις. Στα ραδιοσήματα γίνεται λόγος για κάποιον Φουστανελλά, με τον οποίο έχει επαφή το ΚΚΕ. Οι δεξιές εφημερί­δες αφήνουν υπαινιγμούς ότι με αυτό το ψευδώνυμο το ΚΚΕ εν­νοεί τον ίδιο τον πρωθυπουργό Ν.Πλαστήρα. Ο ραδιοσταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα», που τον κατευθύνουν έμπιστοι του Ζαχα­ριάδη, επιβεβαιώνει τους υπαινιγμούς: Μεταδίδει σε σχόλιά του ότι και ο Πλαστήρας και άλλα πολιτικά πρόσωπα έχουν έλθει επανειλημμένα σε επαφή με εκπροσώπους του ΚΚΕ και έχουν ζητήσει κρυφή συνεργασία. Η σύγχυση μέρα με τη μέρα μεγα­λώνει. Είναι φανερό πως οι Αμερικανοί και οι υποταγμένες σ'αυτούς υπηρεσίες σπρώχνουν τα πράγματα στα άκρα. Θέλουν να πετύχουν θανατικές εκτελέσεις για να εντείνουν τη φοβία στους οπαδούς της Αριστεράς, αλλά και για να δημιουργήσουν χάσμα αίματος ανάμεσα στον Πλαστήρα και στην ΕΠΕΚ από τη μία και στο ΚΚΕ από την άλλη, να υποσκάψουν την κυβερνητική πολιτική της «ειρηνεύσεως» και να ανατρέψουν, όταν θα κρίνουν κατάλληλη τη στιγμή, την κυβέρνηση. Η άκριτη πολιτική του Ζαχαριάδη και των πιστών του διευκολύνει τα σχέδια αυτά.
Στο μεταξύ, μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο έχει ξεσπάσει διαμάχη τόσο για την τύχη των κατηγορουμένων όσο και για την ΕΔΑ. Πολλοί βουλευτές και παράγοντες της ΕΠΕΚ υποστηρίζουν πως τυχόν θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις θα αποτελέσουν πλήγμα στο ειρηνευτικό πρόγραμμα του κόμματος τους και στο Κέ­ντρο γενικότερα και ότι η υπόθεση Μπελογιάννη είναι παγίδα που τους έχουν στήσει οι Αμερικανοί και η Δεξιά. Ενώ ο Βενιζέλος, ο Ρέ­ντης και ο ίδιος ο Πλαστήρας, με επανειλημμένες δηλώσεις τους, βε­βαιώνουν ότι εξετάζεται η περίπτωση να διαλυθεί η ΕΔΑ και ότι η τελική απόφαση θα καθοριστεί από τα πορίσματα των ανακρίσε­ων, ο υφυπουργός «παρά τω πρωθυπουργώ» Ανδρέας Ιωσήφ, σε ομιλία του στην Κηφισιά, αποκρούει κάθε σκέψη για κατάργηση κομμάτων. Μόνο άτομα – υποστηρίζει - μπορούν να τιμωρούνται, όχι κόμματα. Τις ίδιες θέσεις υποστηρίζουν στα παρασκήνια και άλ­λοι υπουργοί (Γ.Καρτάλης κ.λ.π.) και, δημόσια με την αρθρογρα­φία τους, τα ημιεπίσημα δημοσιογραφικά όργανα της ΕΠΕΚ (Προ­οδευτική Αλλαγή του Παπαπολίτη και Προοδευτικός Φιλελεύθερος).
Και το Βήμα τάσσεται εναντίον της διαλύσεως της ΕΔΑ. Σε κύριο άρθρο του, στις 5 Φεβρουαρίου, γράφει ότι η ΕΔΑ αναμφισβήτητα ελέγχεται από την ηγεσία του ΚΚ. Αλλά, αφού «ο κομμουνισμός διαθέτει υπό την αυστηράν του πειθαρχίαν αξιόλογον τμήμα του λαού μας», το πρόβλημα δεν θα λυθεί με το να «τεθεί εκτός νόμου» η Ακρα Αριστερά. Ο κομμουνιστι­κός μηχανισμός θα καταφεύγει, με τη μορφή της «φράξιας», σε άλλους προοδευτικούς πολιτικούς σχηματισμούς, όπου «θα διαδραματίσουν αποφασιστικόν και ίσως επικινδυνωδέστερον ρόλον».
Το Βήμα προτείνει άλλη λύση για να αντιμετωπιστεί η Άκρα Αριστερά:
«Από αυτάς τας σκέψεις και όχι από προσήλωσιν εις αφε­λείς ή πονηρούς δογματισμούς περί... υποχρεώσεων της δημοκρατίας, που δεν έχουν καμίαν θέσιν εις την πολύ­παθη αυτήν χώραν – γράφει - φθάνει κανείς εις το συμπέ­ρασμα ότι θα έπρεπε να περιορισθή το κράτος, προς το παρόν τουλάχιστον, εις την δίωξιν των ατόμων ή της ομά­δος ή και ολόκληρης της προβαλλομένης εκάστοτε ηγε­σίας, όταν θα διαπιστώνεται το έγκλημα (...). Με συνετήν και ψύχραιμον αντιμετώπισιν (...) εις δίωξιν του εγκλή­ματος και παράλληλα εις έκθεσιν του σχηματισμού εις προοδευτικήν εξαφάνισιν διά πολιτικών και κοινωνικών μέσων θα επιτευχθούν πολύ θετικώτερα αποτελέσματα από τον ασύνετον γενικόν διωγμόν και την παραπομπήν της συνωμοσίας εις το σκότος που είναι το κλίμα της. Επι­βάλλεται δηλαδή να τεθεί ο κομμουνισμός όχι εκτός νό­μου, αλλά εντός νόμου».
Στο μεταξύ, η δίκη των 29 οδηγείται στο δραματικό αποκορύφωμά της. Στις 21 Φεβρουαρίου, καταθέτει στο δικαστήριο ο διευθυντής της αστυνομίας στο Υπουργείο Εσωτερικών, Ι.Πανόπουλος. Ο Μπελογιάννης σηκώνεται και τον ρωτά αν είναι αλή­θεια, ότι τον οδήγησαν με εντολή του στο γραφείο του στο υπουρ­γείο και εκεί ο Πανόπουλος του είπε:
- Δεν σου ζητώ να καταδώσεις πρόσωπα. Άλλαξε μόνο πα­ράταξη και θα σωθείς.
Ο Πανόπουλος, όπως θα περίμενε κανείς, το διαψεύδει. Αυ­τό δεν σημαίνει βέβαια πως η διάψευση γίνεται από όλους πι­στευτή. Είναι γεγονός ότι και δημοσιογράφοι έχουν χρησιμοποιη­θεί για να μεταφέρουν παρόμοιες προτάσεις στον Μπελογιάννη στη φυλακή. Μια «μεταμέλειά» του με αντάλλαγμα το κεφάλι του θα ήταν «μεγάλη επιτυχία» για τις υπηρεσίες.
Για τον Μπάτση, ο Πανόπουλος καταθέτει ότι δεν μεταμελήθηκε ειλικρινά και ότι έδωσε στην ανάκριση ορισμένα πράγμα­τα, ενώ έκρυψε άλλα. Απαντώντας όμως σε σχετική ερώτηση συνηγόρου του κατηγορουμένου επιστήμονα, ο Πανόπουλος πα­ραδέχεται ότι ο Μπάτσης δεν ήξερε τίποτε για τους ασυρμά­τους. Το ερώτημα είναι: Τότε πού θα στηριχτεί η κατηγορία της κατασκοπίας κατά του Μπάτση; Μόνο στο γεγονός ότι παρέλα­βε χρήματα του ΚΚΕ από ένα ναυτικό και τα παρέδωσε σε μια συγκατηγορουμένη του; Όλοι όμως καταλαβαίνουν ότι η ζωή του νέου οικονομολόγου κρίνεται όχι από ό,τι έκανε πριν από τη σύλληψή του, αλλά από το τι είπε και τι «έδωσε» από τη στιγμή που βρέθηκε στα χέρια της αστυνομίας. Από όσα γράφτηκαν μετά την καταδίκη του και μετά την εκτέλεση του προκύπτει ότι ο Ρέντης και ο Πανόπουλος είχαν υποσχεθεί στους συνηγόρους και στη γυ­ναίκα του Μπάτση ότι δεν θα εκτελεστεί αν βοηθήσει αποφασι­στικά την ανάκριση. (Βλέπε, ανάμεσα σε άλλα, και την αποκαλυ­πτική επιστολή του συνηγόρου του Μπάτση, Παν.Παπανικολάου, στην Ακρόπολη, 13 Δεκεμβρίου 1972.) Τι ήταν το «αποφασιστικό» που ζητούσαν από τον Μπάτση ο υπουργός των Εσωτερικών και ο ανώτερος αστυνομικός διευθυντής; Πρόσφατα, έχει υποστηρι­χτεί ότι οι Ρακιντζής και Πανόπουλος πίεσαν τον Μπάτση να δε­χτεί να γίνει «συνδετικός κρίκος» ανάμεσα στην «υπόθεση ασυρ­μάτων» και στην «υπόθεση της Αεροπορίας», στη σκευωρία δηλαδή για δήθεν κομμουνιστική συνωμοσία στην Αεροπορία που κατέ­ληξε σε συλλήψεις, φρικτούς βασανισμούς και βαριές καταδίκες αεροπόρων - αξιωματικών και υπαξιωματικών. Η εκδοχή έχει μια λογική, αλλά δεν φαίνεται να στηρίζεται παρά μόνο σε συλλογισμούς. Οι «ενδεί­ξεις» που προσφέρονται, επιβεβαιώνουν το πολύ ότι κοινός «ιθύ­νων νους» και στις δύο υποθέσεις ήταν οι Αμερικανοί, αλλά δεν αποκαλύπτουν καμιά προσπάθεια για σύνδεση και ακόμα λιγό­τερο για να χρησιμοποιηθεί ο Μπάτσης ως συνδετικός κρίκος. Ύστε­ρα, αν στον Μπάτση είχαν γίνει τέτοιες προτάσεις, δεν θα το ήξε­ρε κάποιος από τους συνηγόρους του ή τους δικούς του; Και αν από φόβο κανένας δεν το είχε εκμυστηρευτεί σε άλλον τόσα χρό­νια, τώρα πια, ύστερα από τόσα που έχουν γραφεί στον Τύπο, κά­τι δεν θα διέρρεε; Κι ακόμα, αν ήθελαν να πιέσουν τον Μπάτση να «ομολογήσει» ότι καθοδηγούσε τη «συνωμοσία» στην Αεροπο­ρία, δεν θα μπορούσαν ευκολότερα να τον κάμψουν αν του έφερ­ναν κάποια «ομολογία» κατηγορούμενου αεροπόρου από τις τόσες ψευδείς και ανυπόστατες που είχαν υπογραφεί;
    Κατά συνέπεια, ώσπου να υπάρξουν περισσότερα στοιχεία, θα πρέπει να υποθέσουμε πως η αληθινά μεγάλη σκληρότητα που έδειξαν απέναντι ακόμα και σ'έναν νέο επιστήμονα που είχε υπο­κύψει στις πιέσεις η αστυνομία, το στρατοδικείο, τα Ανάκτορα οφειλόταν περίπου στους ίδιους λόγους που οδήγησαν στην εκτέ­λεση του Χρυσικόπουλου και στην παρ'ολίγον εκτέλεση (αν δεν είχε δεσμούς με ανθρώπους των Ανακτόρου) του έμπορου Κατραμάτου: Στην προσπάθεια δηλαδή να «δοθεί ένα μάθημα» σε όλους τους προερχόμενους από την «καλή κοινωνία» να μην ενι­σχύουν το ΚΚΕ και να μην περιμένουν, σε περίπτωση που δια­πράξουν ένα τέτοιο «έγκλημα», ότι θα τους σώσουν οι γνωριμίες τους. Στην περίπτωση του Μπάτση, του οικονομολόγου, διευθυ­ντή περιοδικού και γραμματέα επιστημονικής εταιρείας, οι ξένοι, τα Ανάκτορα, ο ΙΔΕΑ ήθελαν να τρομοκρατήσουν ειδικότερα και τους διανοούμενους της Αριστεράς δείχνοντάς τους ότι «εν τω Αδη ουκ έστι μετάνοια».
Με τον Πανόπουλο τελειώνει η εξέταση των μαρτύρων κα­τηγορίας. Επειδή όμως εξακολουθεί στον Τύπο της Δεξιάς ο θόρυβος γύρω από τον «Φουστανελλά» που, όπως αναφέρουν τα ραδιοσήματα, είχε επαφές με την ηγεσία του ΚΚΕ, καλού­νται πάλι στο δικαστήριο ο ταξίαρχος Νικολόπουλος και ο αστυ­νομικός διευθυντής Ρακιντζής να πουν ποιος κρυβόταν πίσω από αυτό το ψευδώνυμο. Αλλά και οι δύο δεν διαφωτίζουν το στρατοδικείο περισσότερο από τον Πανόπουλο, που έχει κα­ταθέσει ότι ήταν ατυχία της ανάκρισης που δεν κατόρθωσε να εξακριβώσει ποιος είναι ο Φουστανελλάς. Ο Ρακιντζής μάλι­στα, που δεν διακρινόταν από ιδιαίτερη οξύνοια, απάντησε πως ίσως να μην ήταν και πρόσωπο, αλλά πόλη, κωμόπολη ή χωριό. Όταν συνήγορος του Μπάτση του θυμίζει πως τα σήματα ανέ­φεραν για ασθένεια του «Φουστανελλά» και του παρατηρεί ότι πόλεις και χωριά δεν αρρωσταίνουν, ο Ρακιντζής αποφεύγει ν'απαντήσει.
Ελάχιστοι είναι οι μάρτυρες υπερασπίσεως που, μέσα σ'εκεί­νο το κλίμα, παρουσιάζονται στο στρατοδικείο για να καταθέ­σουν υπέρ των κατηγορουμένων, μερικοί τουλάχιστον από τους οποίους είναι σίγουροι μελλοθάνατοι. Ανάμεσα στους ελάχιστους, ο καθηγητής της ΑΣΟΕΕ Δ.Καλλιτσουνάκης, που εξαίρει το επι­στημονικό έργο του Δ.Μπάτση και υποστηρίζει ότι το βιβλίο του κατηγορούμενου οικονομολόγου Βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα δείχνει επιστημονική, τεχνική και νομική κατάρτιση που δεν την έχει κανένας στη χώρα μας αυτή την εποχή. Ανάμεσα στους ελά­χιστους και ο γνωστός για την ακραία δεξιά τοποθέτηση του δη­μοσιογράφος Κώστας Τριανταφυλλίδης, που καταθέτει για τη δράση του κατηγορούμενου γιατρού Κ. ως εθελοντή στο Τάγμα Χιονοδρόμων στον πόλεμο του '40.
Στις 25 Φεβρουαρίου, απολογείται ο Νίκος Μπελογιάννης. Όπως όλοι περίμεναν, η απολογία του είναι υπεράσπιση και προ­βολή των πολιτικών θέσεων του ΚΚΕ. Τονίζει πως ο πατριωτι­σμός δεν κρίνεται σε στιγμές που τα πολιτικά πάθη είναι οξυμέ­να, οπότε χρησιμοποιούνται συκοφαντίες. Θυμίζει πως ο I.Μεταξάς κατηγορήθηκε για κατάσκοπος των Γερμανών. Και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος το ίδιο. Ο πατριωτισμός, συνεχίζει, κρί­νεται, όταν κινδυνεύουν η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα της πα­τρίδας. Αναφέρεται στο γράμμα του Ζαχαριάδη, που δημοσιεύ­τηκε στον Τύπο με την εισβολή των Ιταλών στην Ελλάδα το 1940, καθώς και στη δράση του ΚΚΕ κατά την Κατοχή στην Αντίστα­ση. Συνεχίζοντας αναφέρει ότι όλα τα άλλα κόμματα έρχονται σε επαφή με το ΚΚΕ και ότι στελέχη του Συναγερμού έχουν οι­κονομικές δοσοληψίες με το εδώ κλιμάκιο. Στέλεχος συντηρητι­κού κόμματος έδωσε στο ΚΚΕ εμπιστευτική έκθεση του Μάινορ προς το Στέητ Ντηπάρτμεντ, που υποστηρίζει ότι όλα τα κόμ­ματα στην Ελλάδα είναι ανίκανα και διεφθαρμένα, για να δημο­σιευτεί. Αφού είπε πως δεν επισκέφτηκε ποτέ τους ασυρμάτους και ότι αυτά που αναφέρονται σαν στρατιωτικά σήματα είναι αστεία, καταλήγει:
«Ο υπουργός των Εσωτερικών είπε ότι η δίκη αυτή είναι πολύ διδαχτική. Κατά τη γνώμη μου, θα είναι πραγματικά διδαχτική. Το δίδαγμα που θα βγει, είναι ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν χτυπιέται με τέτοια μέσα. Όπως απέδει­ξε η ιστορία του ως τα τώρα, έχει βαθιές ρίζες ακατάλυτες, ποτισμένες με αίμα που έχυσε στους αγώνες για την Ελλά­δα και τον ελληνικό λαό. Εμείς πιστεύουμε στην πιο σω­στή θεωρία που διανοήθηκαν τα πιο προοδευτικά μυαλά της ανθρωπότητας. Και η προσπάθειά μας, ο αγώνας μας είναι να γίνει η θεωρία αυτή πραγματικότητα για την Ελλά­δα και τον κόσμο ολόκληρο. Αγαπάμε την Ελλάδα και τον λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δεί­ξαμε όταν εκινδύνευαν η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητα της και ακριβώς αγωνιζόμαστε για να ξημε­ρώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες, χωρίς πείνα και πόλεμο. Για τον σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και, όταν χρειαστεί, θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντας μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα...».
Δραματική είναι η απολογία του Δ.Μπάτση. Λέει ότι πίστε­ψε όσα του έλεγαν ο Πλουμπίδης και η Ιωαννίδου, ότι το ΚΚΕ ζη­τούσε την ειρήνευση και την ανασυγκρότηση της χώρας και ότι τα λεφτά που έρχονταν από το εξωτερικό προορίζονταν γι'αυτό τον σκοπό. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι γινόταν κατασκοπία. Αρνιέται πως ήταν οικονομικός διαχειριστής του παράνομου μηχανισμού. Παραδέχεται ότι τρεις φορές παρέλαβε και παρέδω­σε χρήματα. Και, για ν'αποδείξει πως η μεταμέλειά του είναι ει­λικρινής, προσφέρεται να πολεμήσει στην Κορέα στην πρώτη γραμμή, κατά του κομμουνισμού...