Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Ο Μακάριος πιέζει
Οι γενικές διακηρύξεις όμως, όση σημασία και αν έχουν, δεν εί­ναι αρκετές για τους Κυπρίους. Το άμεσο αίτημα της κυπριακής ηγεσίας είναι να θέσει η ελληνική κυβέρνηση επίσημα το Κυπριακό στην αγγλική, και ας πάρει αρνητική απάντηση, στον ΟΗΕ. Στις 13 Μαρτίου, φτάνει ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στην Αθήνα για να πιέσει την ελληνική κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτές τις μέρες, στη Μάλτα, γίνεται συμμαχική διάσκεψη για την ασφάλεια της Μεσογείου και ο Εθνάρχης της Κύπρου θεωρεί κατάλληλη τη στιγμή να ασκηθεί πίεση στους Άγγλους.
Η παρουσία του Μακαρίου - για πρώτη φορά ως Αρχιεπισκό­που - στην Αθήνα φλογίζει τις καρδιές ιδιαίτερα των νέων. Στις 15 Μαρτίου, γίνεται μεγάλη συγκέντρωση των φοιτητών στο προαύλιο του Πανεπιστημίου και στους γύρω χώρους. Αφού άκου­σαν τους ομιλητές, ξεχύνονται στην οδό Πανεπιστημίου με κραυγές και συνθήματα «Ένωση», φτάνουν στο ξενοδοχείο «Μ.Βρε­τάνια» και ζητούν να τους μιλήσει ο Μακάριος. Ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου, που εκείνη τη στιγμή φτάνει με αυτοκίνητο στο ξε­νοδοχείο, καταφέρνει με δυσκολία να περάσει ανάμεσα στους φοιτητές που τον επευφημούν:
«Η Κύπρος είναι ελληνική - τονίζει, μιλώντας από τον εξώ­στη του ξενοδοχείου -, ελληνική από της χαραυγής των αιώνων. Απόφασίς μας αμετάκλητος είναι να απαλλαγώμεν του ξενικού ζυγού διά παντός τρόπου».
Και προσθέτει ότι οι Κύπριοι θα φέρουν το θέμα στον ΟΗΕ και ότι ελπίζει να το θέσει και η ελληνική κυβέρνηση στην αγγλική.
Τη στιγμή εκείνη φτάνει με το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο και ο Σοφοκλής Βενιζέλος. Οι φοιτητές τον δέχονται με φωνές «στον ΟΗΕ» και του ζητούν να μιλήσει:
«Επιθυμώ να δώσω την διαβεβαίωσιν προς τους Έλληνας φοιτητάς - λέει ο πρωθυπουργός - ότι η κυβέρνησις παρα­κολουθεί εκ του σύνεγγυς το ζήτημα με όλο το ενδιαφέρον που γνωρίζετε. Σας διαβεβαιώ ότι θα το φέρομεν προς συ­ζήτησιν όπου πρέπει».
Οι φοιτητές, συνεχίζοντας τις εκδηλώσεις τους, κατευθύνονται προς την αγγλική πρεσβεία, αλλά τους διαλύει η αστυνομία. Με­γάλες λαϊκές εκδηλώσεις για την Ένωση γίνονται, στις 25 Μαρ­τίου, στην Αθήνα και στη Λευκωσία.
Στις 21 Μαρτίου, ο Βενιζέλος καλεί τους πολιτικούς αρχηγούς σε σύσκεψη για το Κυπριακό. Παίρνουν μέρος, εκτός από τον πρωθυπουργό, οι Παπανδρέου, Πλαστήρας, Τσουδερός, Κανελ­λόπουλος, Στεφανόπουλος, Σβώλος, Σοφιανόπουλος, Μανιαδάκης και Γ.Στράτος (εκπρόσωπος του αρχηγού του Λαϊκού Κόμ­ματος). Μετά τη σύσκεψη ανακοινώνεται ότι ο πρωθυπουργός κατατόπισε τους πολιτικούς αρχηγούς για τις εξελίξεις του Κυπριακού. Αργότερα όμως γίνεται γνωστό πως στη σύσκεψη απο­φασίστηκε να στείλει η ελληνική κυβέρνηση έγγραφο στην αγγλι­κή και να ζητά την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, με αντάλλαγμα την παραχώρηση βάσεων, όπου χρειάζονται οι Άγγλοι, στο έδαφος μας, ή καθορισμό ευλόγου προθεσμίας για να εφαρ­μοστεί το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως από τους Κυπρίους. (Το επιβεβαιώνει επίσημα, ύστερα από μερικά χρόνια, στη συνεδρίαση της Βουλής στις 23 Μαΐου 1956, ο Σοφοκλής Βενιζέλος. Παρόμοια πρόταση είχε κάνει τον Ιούλιο του 1948 ο βασιλιάς Παύλος σε συ­νέντευξη του στον Σούλτσμπεργκερ.
Στα τέλη Μαρτίου, ο Έλληνας πρεσβευτής στο Λονδίνο επι­δίδει στον υπουργό Εξωτερικών Μόρισον το έγγραφο της ελλη­νικής κυβερνήσεως με τη σχετική πρόταση. Η αντίδραση των Άγγλων είναι αρνητική. Ο Μακάριος θεωρεί σημαντικό βήμα το ότι η ελληνική κυβέρνηση έθεσε το ζήτημα επίσημα στην Αγγλία. Διαφωνεί όμως με την απόφαση που έχει πάρει η σύσκεψη των πολιτικών ηγετών, να περιοριστεί η ανακίνηση του Κυπριακού «εντός των πλαισίων της ελληνοαγγλικής φιλίας». Ο Μακάριος, όπως και οι άλλοι Κύπριοι παράγοντες, επιμένει να προετοιμαστεί ταυτόχρονα και η προσφυγή στον ΟΗΕ.
Στο διάστημα του ενός μηνός που έμεινε στην Αθήνα, ο Μα­κάριος είχε πολλές επαφές και συνομιλίες με τους αρχηγούς των κομμάτων, με τον Παπάγο και άλλους ελλαδικούς παράγοντες. Ανέπτυξε επίσης τις απόψεις των Ελληνοκυπρίων στους πρεσβευτές της Αγγλίας Νόρτον και των Ηνωμένων Πολιτειών Πιουριφόυ.
Μετά τη συνάντηση του Μακαρίου με τον Νόρτον, το γραφείο της Εθναρχίας στην Αθήνα ανακοίνωσε ότι ο Αρχιεπίσκοπος «επα­νέλαβε την αξίωσιν του κυπριακού λαού να ενωθή με την Ελλά­δα». Από τη βρετανική πρεσβεία ανακοινώθηκε ότι «ο Βρετα­νός πρεσβευτής, αφού ήκουσε τον Αρχιεπίσκοπον, του εδήλωσε ότι δεν είχε εξουσιοδότησιν να συζητήση μετ'αυτού πολιτικά ζη­τήματα».
Ο Μακάριος φεύγει από την Αθήνα για να επιστρέψει στη Λευ­κωσία, στις 13 Απριλίου 1951. Σε συνέντευξη Τύπου που δίνει, στις 6 Απριλίου, τονίζει:
«...ανεξαρτήτως των ενεργειών της ελληνικής κυβερνή­σεως, η Κύπρος θα εξακολουθήσει ακάματον και αδιάλλακτον τον αγώνα της, μη παραλείπουσα να ζητήση διά παντός τρόπου και από τον ΟΗΕ την εφαρμογήν της αρχής της αυτοδιαθέσεως επί της μεγαλονήσου».
Εκδηλώνεται ήδη μια πρώτη διάσταση στην κυπριακή και την ελλαδική ηγεσία. Την εποχή αυτή έχουν πραγματοποιηθεί στην Αθήνα και στην Κύπρο οι πρώτες επαφές και βολιδοσκοπήσεις διαφόρων παραγόντων (Αχιλλέα Κύρου, πριν από τον θάνατο του τον Οκτώβριο του 1950, Χρ.Παπαδοπούλου, Γ.Στράτου, Γεώργιου Γρίβα, αδελφών Σάββα και Σωκράτη Λοϊζίδη κ.λ.π.) για την οργάνωση ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύ­προ. Τον Γενάρη ο Γρίβας έχει πάρει ενθαρρυντική απάντηση κι από τον αρχηγό του ΓΕΣ, στρατηγό Κοσμά, και ετοιμάζεται για ένα πρώτο ενημερωτικό ταξίδι στην Κύπρο. (Γρίβα-Διγενή, Απομνημονεύματα, Αθήναι 1961, σ. 14-15.) Ο Μακάριος ασφαλώς γνωρίζει όλες αυτές τις κινήσεις και προετοιμασίες, όταν μιλά συνεχώς για διεκδίκηση «της ενώσεως διά παντός τρόπου».
Σε λίγο θα εκδηλωθούν και οι πρώτες επίσημες τουρκικές αντι­δράσεις. Πολύ χλιαρές, όπως θα δούμε. Ο αγώνας των Κυπρίων δεν έχει ακόμα πάρει ένοπλη μορφή, οι Άγγλοι δεν έχουν απο­φασίσει να ρίξουν ακόμα στο τραπέζι το τουρκικό χαρτί και η τουρκική κυβέρνηση, σε κοινό μέτωπο με την ελληνική, επιδιώκει να γίνει δεχτή και η Τουρκία στο NATO. 0 Πιουριφόυ έχει διαβε­βαιώσει τον Βενιζέλο και τον αρχιστράτηγο Παπάγο ότι η Ελλά­δα θα γίνει δεχτή στην Ατλαντική Συμμαχία. Αν όμως τελικά τα άλλα κράτη του NATO δεν θελήσουν να την δεχτούν, οι Αμερικα­νοί θα συγκροτήσουν ειδική συμμαχία στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα την συνδέσουν με το Ατλαντικό Σύμφωνο. (Δαφνή, στο ίδιο, σ. 499.)
Η Αγγλία και άλλα, μικρότερα κράτη της Συμμαχίας αντιδρούν στην εισδοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας στο Ατλαντικό Σύμφωνο, γιατί φοβούνται μήπως εμπλακούν σε τοπικό πόλεμο με τους Ανατολικούς εξαιτίας των δύο αυτών χωρών.