Παραιτήσεις
Μόλις γίνονται γνωστές οι εκτελέσεις, ο υπουργός Συντονισμού Γ.Καρτάλης επισκέπτεται τον άρρωστο πρωθυπουργό, διαμαρτύρεται και του υποβάλλει την παραίτηση του. Ο Πλαστήρας, που είναι ράκος από τη συγκίνηση και την αρρώστια, τον παρακαλεί κλαίγοντας να μην επιμείνει στην παραίτηση του:
- Μη μου φύγεις κι εσύ. του λέει. (Αφήγηση Κομνηνού Πυρομάγλου.) Όπως έχουμε δει, έχει ήδη παραιτηθεί, για άλλους λόγους, ο τοποτηρητής των Ανακτόρων, υπουργός Αμύνης Αλ.Σακελλαρίου. Η παραίτηση αυτή δεν έχει και τόσο ενοχλήσει τον Πλαστήρα. Σχεδόν όμως ταυτόχρονα με τον Σακελλαρίου έχει παραιτηθεί και ο φίλος του Πλαστήρα, υφυπουργός «παρά τω πρωθυπουργώ» Ανδρέας Ιωσήφ. Κι έχει συνδέσει την παραίτηση του με τις προετοιμαζόμενες εκτελέσεις.
Την άλλη μέρα, 31 Μαρτίου 1952, 30 βουλευτές της ΕΠΕΚ συγκεντρώνονται και συζητούν το θέμα των εκτελέσεων. Έχουν επίγνωση του ότι το κόμμα τους κι οι ίδιοι προσωπικά έχουν δεχτεί σοβαρό πλήγμα. Έχουν ψηφιστεί από έναν κόσμο με ΕΑΜική, κυρίως, προέλευση για τα συνθήματα και τις προεκλογικές τους υποσχέσεις τις σχετικές με την ειρήνευση, την αμνηστία, τη συμφιλίωση. Το κόμμα τους, το «κίνημά» τους, είναι νέο και δεν έχει εμπλακεί σε αιματηρές αναμετρήσεις. Και, τώρα, σε ειρηνική περίοδο, η κυβέρνηση που στηρίζουν, παρουσιάζεται πολιτικά υπεύθυνη για «δικαστική δολοφονία». Ο ίδιος ο αρχηγός τους, πριν από δύο περίπου χρόνια, έντεκα μήνες μόλις μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, δεν έχει πει ότι υπάρχουν άλλες ποινές για τα οποιαδήποτε αδικήματα εκτός από τη θανατική;
Στη συγκέντρωση παίρνουν τον λόγο οι Λουκής Ακρίτας και Μίμης Γαληνός. Καταφέρονται κι οι δύο κατά των υπουργών Δικαιοσύνης Παπασπύρου και Εσωτερικών Ρέντη, που τους κατηγορούν ως κύριους υπεύθυνους για τις εκτελέσεις. Αλλά μήπως αυτοί οι ίδιοι οι βουλευτές της ΕΠΕΚ δεν έχουν εξουσιοδοτήσει «εν λευκώ» τον άρρωστο αρχηγό τους να χειριστεί το θέμα που αφορούσε τις ζωές οχτώ ανθρώπων, αλλά και την πολιτική ομαλότητα;
Ο αναβρασμός πάντως μεγαλώνει μέσα στην ΕΠΕΚ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της νεολαίας της ΕΠΕΚ στη Θεσσαλονίκη παραιτείται σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις εκτελέσεις. Το ίδιο βράδυ. ο Πλαστήρας υποχρεώνεται να κάνει δηλώσεις για να υπερασπιστεί τον υπουργό Δικαιοσύνης:
«Εκπλήσσομαι - λέει ο πρωθυπουργός - διά τας διατυπωθείσας αιτιάσεις σχετικώς με την στάσιν του κ.υπουργού της Δικαιοσύνης εις την υπόθεσιν των εκτελέσεων. Ο κ.Παπασπύρου με ετήρει συνεχώς ενήμερον δι'όλας τα ενεργείας επί των αιτήσεων χάριτος των οκτώ καταδίκων. Η σχετική του εισήγησις εγένετο τη απολύτω εγκρίσειτης κυβερνήσεως. Εν συνεχεία δε εγκαίρως ειδοποίησε τόσον εμέ όσον και τον κ.αντιπρόεδρον της κυβερνήσεως επί της τελικής αποφάσεως». (Εφημερίδες, 1ης Απριλίου 1952.)
Ο ίδιος ο Παπασπύρου δηλώνει ότι το θέμα ήταν αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, το οποίο διέταξε και την εκτέλεση της αποφάσεως. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης διεκπεραιώνει μόνο τις αιτήσεις χάριτος. Δεν διευκρινίζει όμως τι ακριβώς εννοεί: Οι στρατιωτικοί διέταξαν τις εκτελέσεις χωρίς να τον ειδοποιήσουν; Ο Κ.Ρέντης δηλώνει ότι αγνοούσε τις εκτελέσεις και τις πληροφορήθηκε στις 6 το πρωί από σημείωμα που του έστειλε η Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών.
Το συγκλονιστικό θέμα των εκτελέσεων γίνεται αφορμή να εκδηλωθούν έντονα και οι προσωπικές και άλλες αντιθέσεις μέσα στους κόλπους της ΕΠΕΚ. Η εφημερίδα που διευθύνει ο αδελφός του υπουργού Εμπορίου, δικηγόρος Νίκος Παπαπολίτης (τώρα βουλευτής της ΕΔΗΚ), δημοσιεύει κύριο άρθρο με τον τίτλο «Μετά το έγκλημα», στο οποίο, ανάμεσα σε άλλα, γράφει:
«...πρέπει πάντως να επισημανθή ο ρόλος του αρμοδίου υπουργού της Δικαιοσύνης, ο οποίος εξ υπαρχης υπήρξε σκοτεινός και ακατανόητος. Ο κ.υπουργός θα αντέτασσε ίσως ότι ο ρόλος του ήτο μόνον η σύνεσις. Η εντύπωσις όμως είναι γενική, ότι ο κ.Παπασπύρου δεν εμαγείρευε σύνεσιν αλλά μάλλον ισορροπίαν (εις την Λεβάδειαν τον παρονομοιάζουν «παλάτζα», που σημαίνει παζάρι και συμβιβασμό με όλους). Η εντύπωσις δηλαδή είναι ότι ο κ.υπουργός δεν ενωτίσθη ποτέ τας προγραμματικάς επαγγελίας που τον έβγαλαν βουλευτή και έδρασε - όπως θα έλεγε η αγαθή λαϊκή γλώσσα - μπαμπέσικα. Ή, εν πάση περιπτώσει, απεδείχθη ανάξιος των περιστάσεων. Δεν εφρόντισε να επιστήση την προσοχην εις τους σχεδιαστάς του πραξικοπήματος των εκτελέσεων - όποιοι κι αν ήσαν. Δεν εφρόντισε να υπενθυμίση εγκαίρως ούτε τας περί φρουρίων και οχυρών διατάξεις των στρατιωτικών κανονισμών (...). Και πόσα άλλα δεν ημπόρεσε ή δεν ηθέλησε να αποτρέψη... Έπαθε σύγχυσιν ή δεν ήξερε τι έκανε; Αυτό θα διευκρινισθεί κάποτε. Εν τω μεταξύ όμως ο κόσμος απορεί πώς ο Πιλάτος αυτός μένει ακόμη υπουργός (...). Πάντως, πρέπει να μην παρασιωπάται από τώρα ότι ο Συναγερμός της πολιτικής παλιατσαρίας δεν έπαυσε ποτέ να ελλοχεύη και να υποκινή αόκνως, φανερά και κρυφά, προς την τραγικήν κατάληξιν των εκτελέσεων. Δίκαιον εξ άλλου θα ήτο να υπογραμμισθή η απεγνωσμένη προσωπική προσπάθεια που κατέβαλεν ο Νικ.Πλαστήρας από την κλίνην της ασθενείας του. Έως την ύστατην στιγμήν, δεν εσταμάτησε μαχόμενος, δεν έπαυσε να επισημαίνει τας φοβεράς συνεπείας, εάν το καίριον ζήτημα της "δίκης" δεν εύρισκε λύσιν μέσα εις το πνεύμα της γαληνεύσεως (...). Άλλαι θελήσεις υπερίσχυσαν. Το διαισθάνονται όλοι (...). Άλλωστε, δεν ητύχησεν η κυβέρνησις Πλαστήρα μόνον. Ητυχήσαμεν όλοι ως έθνος - προς στιγμήν τουλάχιστον. Αλλά τώρα έφθασαν εκεί που έφθασαν τα πράγματα. Η κυβέρνησις Πλαστήρα, παρά ταύτα, πρέπει να μείνη εις την εξουσίαν, διά να εκπληρώση τον μεγάλον προορισμόν των ριζικών πραγματώσεων εις την κατεύθυνσιν της γαληνεύσεως και της ανορθώσεως». (Προοδευτική Αλλαγή, 1 Απριλίου 1952.)
Ο Συναγερμός, που δεν παίρνει καμιά επίσημη θέση, όσο κρίνεται η ζωή των οχτώ μελλοθάνατων, θα προσπαθήσει πραγματικά να εκμεταλλευτεί τον ενδοκυβερνητικό σάλο που προκάλεσαν οι εκτελέσεις. Στις 5 Απριλίου, ο Παπάγος θα δηλώσει:
«Η ειρήνευσις (...) από πολιτική μεταβάλλεται εις συναλλαγήν και, το φοβερώτερον, συναλλαγήν έναντι εκτελέσεων. Ο ελληνικός λαός ας κρίνη».
Και καταλήγει με τη μόνιμο επωδό του Συναγερμού την εποχή εκείνη: εκλογές με το πλειοψηφικό.