Κυριακή 17 Απριλίου 2011

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ

Προεκλογικές ζυμώσεις
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση Βενιζέλου μοναδικό προορισμό έχει να ψηφίσει τον εκλογικό νόμο. Αυτό δηλώνει και ο πρωθυπουρ­γός στη Βουλή. Οι συζητήσεις για τον εκλογικό νόμο αρχίζουν στη Βουλή στις 10 Ιουλίου και τερματίζονται στις 26. Με τον νέο νόμο της ενισχυμένης αναλογικής, για να πάρει μέρος ένα κόμμα στη δεύτερη κατανομή των εδρών θα πρέπει να συγκεντρώσει σε ολό­κληρη την Ελλάδα το 17% των ψήφων. Οποιοδήποτε όμως τα δύο πρώτα κόμματα, άσχετα από το ποσοστό των ψήφων που θα συγκεντρώσουν, θα πάρουν μέρος στη δεύτερη κατανομή. Εξάλλου, ο νέος νόμος προβλέπει ορισμένες ρυθμίσεις για να μειωθεί η ανι­σότητα που υπήρχε στο εκλογικό μέτρο ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις και στις επαρχίες (για παράδειγμα, το 1950, το εκλογικό μέτρο στην Αθήνα έφτασε τις 8.929 ψήφους, ενώ στη Ζάκυνθο ήταν μόνο 3.371).
Στο μεταξύ έχουν αρχίσει ζωηρές ζυμώσεις σε όλες τις πα­ρατάξεις. Στον χώρο της Αριστεράς, εμφανίζεται πια επίσημα ως πολιτική κίνηση ο Δημοκρατικός Συναγερμός, με διοικούσα επιτροπή αποτελούμενη από τους βουλευτές Δ.Χριστάκο και Στ.Χατζήμπεη, τον συνδικαλιστή Δ.Μαριόλη, τον γιατρό Γ.Σπηλιόπουλο και τον λογοτέχνη Κοσμά Πολίτη. Ως σκοπό της η νέα κίνηση διακηρύσσει «την συνένωσιν όλων των προοδευτικών δη­μοκρατικών δυνάμεων της χώρας, δι'έναν κοινόν και υπό ενιαίαν διεύθυνσιν πολιτικόν αγώνα εντός και εκτός της Βουλής, διά την υπεράσπισιν της ανεξαρτησίας και ακεραιότητος της χώρας, την γενικήν πολιτικήν αμνηστίαν, την αποκατάστασιν των δημοκρα­τικών ελευθεριών, την ευημερίαν και την επιβίωσιν του ελληνικού λαού». Για τη συγκρότηση του Δημοκρατικού Συναγερμού, έχει κινηθεί ο Ν.Πλουμπίδης, που βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον Κώστα Μπασιάκο.
Στις 27 Ιουλίου πεθαίνει από εμβολή της καρδιάς, στο Μα­ρούσι, ο αρχηγός της Ενώσεως Δημοκρατικών Αριστερών, I.Σοφιανόπουλος, σε ηλικία 64 χρόνων.
Ο Γιάννης Σοφιανόπουλος ήταν από τα οξύτερα και πιο πρω­τότυπα πνεύματα και από τους πιο καλλιεργημένους πολιτικούς της νεότερης Ελλάδας. Το 1917 είναι γενικός διευθυντής του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Ελευθερίου Βε­νιζέλου, που ψηφίζει τους βασικούς νόμους για την προστασία της εργασίας και την οργάνωση της εθνικής οικονομίας. Το 1918, τεχνικός σύμβουλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο Ειρήνης. Τα 1924,1932 και 1937 επισκέπτεται τη Σοβιετική Ένω­ση, και την ίδια περίπου περίοδο την Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, και γράφει εντυπώσεις που προκαλούν μεγάλο εν­διαφέρον. Το 1930 ιδρύει το Αγροτικόν Κόμμα και το 1932 μπαί­νει στη Βουλή ως βουλευτής Σερρών, επικεφαλής πενταμελούς ομάδας αγροτικών. Το 1933 παίρνει μέρος στον Εθνικό Συνασπισμό των δημοκρατικών κομμάτων υπό την ηγεσία του Ελ.Βε­νιζέλου. Το 1935 καταδικάζεται ερήμην σε ισόβια για συμμετο­χή στο κίνημα του Μαρτίου. Κατορθώνει να φύγει στο εξωτερικό, απ'όπου επιστρέφει μετά την παλινόρθωση και τη χορήγηση αμνηστίας. Υπογράφει σύμφωνο Λαϊκού Μετώπου με το ΚΚΕ για την απόκρουση της προετοιμαζόμενης δικτατορίας. Αμέσως μετά το πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου, εκτοπίζεται σε νησιά του Αιγαίου, αργότερα όμως του επιτρέπουν να φύγει στο εξω­τερικό. Το 1940 παίρνει άδεια και επιστρέφει στην Ελλάδα. Κα­τά τη διάρκεια της Κατοχής, τον πιάνουν οι γερμανικές Αρχές και τον κλείνουν στις φυλακές Αβέρωφ. Όταν αποφυλακίζεται, φεύγει κρυφά για τη Μέση Ανατολή. Παίρνει μέρος το 1944 στο Συνέδριο του Λιβάνου, ως αρχηγός της Νεοδημοκρατικής Ενώ­σεως Αριστερών. Αρνείται να αναλάβει υπουργείο στην κυβέρνηση εθνικής ενότητος γιατί διαφωνεί στη σύνθεσή της. Τον Γε­νάρη του 1945 γίνεται υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Πλαστήρα. Τον άλλο μήνα είναι πρόεδρος στη Διάσκεψη της Βάρ­κιζας που καταλήγει στην ομώνυμη συμφωνία με το ΕΑΜ. Αρχη­γός της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του Σαν Φραντσίσκο, διακρίνεται για την ευρύτητα των γνώσεών του. Επιστρέφει από την Αμερική τον Ιούλιο του 1945 και υποβάλλει την παραίτηση του από υπουργός των Εξωτερικών στη νέα κυ­βέρνηση του ναυάρχου Βούλγαρη. Τον Νοέμβρη του 1945 ανα­λαμβάνει πάλι το ίδιο υπουργείο στην κυβέρνηση Σοφούλη. Το 1946 απομακρύνεται από την κυβέρνηση, γιατί παίρνει θέση αντί­θετη με την κυβερνητική στο θέμα της παρουσίας των αγγλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Από τη στιγμή εκείνη, παίρνει δρα­στήριο μέρος στον αγώνα κατά της βασιλείας. Όταν αρχίζει ο Εμφύλιος Πόλεμος, φεύγει και πάλι για το εξωτερικό, όπου πα­ραμένει ως το 1950. (Σωτ.Πατατζή, στο ίδιο. Το Βήμα, 28 Ιουλί­ου 1951 κ.λπ.)
Ένα περίπου μήνα πριν από τον θάνατο του Σοφιανόπουλου, η Ελλάδα έχει χάσει έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της του 20ού αιώνα, τον Άγγελο Σικελιανό. Στις αρχές του χρόνου έχουν φύγει από τη ζωή δύο από τους εκπροσώπους της πνευματικής γενιάς του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, που από πολύ καιρό έχει τερματιστεί ο ρόλος τους στα ελληνικά γράμ­ματα, ο Γρηγόρης Ξενόπουλος και ο Γιώργος Δροσίνης. Η παλιό­τερη γενιά των λογοτεχνών φεύγει, η μεσοπολεμική μένει κυρίαρχη στον στίβο, ενώ η νεότερη, της Αντίστασης, αγωνίζεται ν'ανοίξει τον δρόμο της, μέσα σ'ένα κλίμα απαγορεύσεων, ιδεολογικών πιέσεων, καχυποψίας, διωγμών και μισαλλοδοξίας, και με την πίκρα για τον εσωτερικό σπαραγμό, την ήττα του λαϊκού κινήμα­τος και την αποτυχία των προσπαθειών για κοινωνική ανάπλαση και πνευματική αναγέννηση της χώρας.
Με τον θάνατο του Σοφιανόπουλου δυσκολεύονται οι προ­σπάθειες να δημιουργηθεί ένα κάπως μαζικό, μη κομμουνιστι­κό κόμμα της Αριστεράς. Στο μεταξύ, εκδηλώνεται διάσπαση και στην ΕΠΕΚ. Στις 13 Ιουλίου, ανακοινώνουν ότι αποχωρούν από το κόμμα ο Εμ.Τσουδερός και οι φίλοι του βουλευτές (Στ.Μερκούρης, Κ.Μαρής, Π.Πολυχρονίδης, Γ.Τσουδερός, Χλουβεράκης κ.λ.π.). Επίσημη δικαιολογία που προβάλλει ο Εμ.Τσουδερός για την αποχώρησή του είναι διαφωνία με τον Ν.Πλαστή­ρα σχετικά με την οργάνωση του κόμματος. Στην πραγματικότητα έχουν προκύψει διαφωνίες στον καταρτισμό των συνδυασμών, ιδιαίτερα στον Πειραιά, όπου ο Πλαστήρας θέλει επικεφαλής της ΕΠΕΚ τον φίλο του, Σάββα Παπαπολίτη. Εξάλλου, ο Τσουδερός αρχίζει να μετακινείται πολιτικά, σε μια αντίστροφη τώρα πο­ρεία που τελικά θα τον οδηγήσει στη Δεξιά.
Στις δηλώσεις του προς τον Τύπο, ο Τσουδερός αποδίδει την αποχώρησή του σε τάση που εκδήλωσε ο Πλαστήρας να διοικεί μόνος του την ΕΠΕΚ, ενώ «ουδέποτε έπαυσαν υφιστάμενα τα δύο κόμματα, τα οποία και κατά την δήλωσιν ήσαν απλώς υπό την ηνωμένην των δύο μας ηγεσίαν». Αντίθετα, ο Πλαστήρας, στην απαντητική προς τον Τσουδερό επιστολή του, εκφράζει την κα­τάπληξη του για την αποχώρηση του αρχηγού του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος από την ΕΠΕΚ και αφήνει να εννοηθεί ότι είναι αποτέλεσμα παρασκηνιακών ενεργειών:
«Ομολογώ - γράφει ο αρχηγός της ΕΠΕΚ - ότι αι προβαλλόμεναι αφορμαί μου προκαλούν κατάπληξιν διότι είναι ανύπαρκτοι. Αδυνατώ συνεπώς να εξηγήσω τους βαθυτέρους λόγους οι οποίοι σας ώθησαν προς μίαν τοιαύτην ενέργειαν (...). Η μέχρι τούδε συνεργασία μας δεν μου παρέσχεν ποτέ αφορμήν να σκεφθώ ότι αιφνιδίως θα εσημειούτο εις τας σχέσεις μας τοιαύτη εξέλιξις...». (Εφημερίδες, 15 Ιουλίου 1951.)
Την άλλη μέρα, ο Τσουδερός καταθέτει δήλωση στη Βουλή, ότι το Δημοκρατικόν Προοδευτικόν Κόμμα αποκτά την αυτοτέ­λεια του. Έξι όμως από τους βουλευτές του αρνούνται να τον ακολουθήσουν. Οι πέντε δηλώνουν ότι παραμένουν στην ΕΠΕΚ (Γ.Μπουρδάρας, Δ.Παπασπύρου, Εμ.Μπακλατζής, Μηνάς Πα­τρίκιος. Δ.Γαληνός) και ένας (Γοργίας) ότι παραμένει ανεξάρ­τητος. Επίσης, ο ως τότε ανεξάρτητος, συνεργαζόμενος με την ΕΠΕΚ, Γ.Καρτάλης προσχωρεί στο κόμμα του Πλαστήρα.